Bρήκε τη μιλιά της μετά από εξορκισμούς

10.12.2022 / 8:30
Moutzali_Patra_14

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΦΑΝΗΣ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ

Τον Νοέμβριο του 1907 στην Πάτρα διαδίδεται από στόμα σε στόμα, η περίπτωση μιας 12χρονης η οποία είχε χάσει τη μιλιά της, ωστόσο όταν έσπευσε το βράδυ της παραμονής της εορτής του πολιούχου στο ναό του Αγίου Ανδρέα, χάρη στην προσευχή και την πίστη της κατάφερε να ξανά μιλήσει. Το γεγονός αποδίδεται σε θαύμα του Αγίου και λίγες ημέρες αργότερα η ιστορία της δημοσιεύεται στον «Νεολόγο» των Πατρών.

Στο φύλλο της 6ης Δεκεμβρίου 1907 η εφημερίδα φιλοξενεί στη δεύτερη σελίδα του ρεπορτάζ με τον τίτλο «Το θαύμα του Αγίου Ανδρέου» και υπέρτιτλο «Βωβή ην και ελάλησε».

Η «δαιμονισμένη» Σπυριδούλα

Η κοπέλα παρουσιάζεται ως δαιμονισμένη, καθώς η αφωνία της αποδίδεται σε δαιμόνιο που την έχει καταλάβει. Η ιστορία της περιγράφεται από τον «Νεολόγο» των Πατρών με τα εξής: «Όπισθεν του ναού του Αγίου Ανδρέου (σ.σ. αναφέρεται στον παλαιό ναό) εις τινα των χαμογείων οικιών διαμένει ο ναυτικός Μ. Μπαλάσης μετά της οικογενείας του, ήτις αποτελείται εκ της συζύγου του Ειρήνης, της δωδεκαετούς θυγατρός του Σπυριδούλας και δύο άλλων μικρών παιδιών. Την πρωίαν της παρελθούσης Τρίτης και ώρα 5ην η σύζυγος του Μπαλάση ήρχισε να φωνάζη καλούσα τους γείτονας εις βοήθειαν. Ευθύς έσπευσαν σχεδόν όλαι αι γυναίκες, αι κατοικούσαι πέριξ και εισήλθον εις την οικίαν του Μπαλάση, κατεπτοημέναι εκ της ιδέας, ότι κάτι κακόν είχε συμβή εις την οικογένεια του Μπαλάση. Όταν δε εισήρχοντο παρουσιάζοντο προ λυπηρού θεάματος. Η μικρά θυγάτηρ του Μπαλάση, η δωδεκαετίς Σπυριδούλα ήτο άλαλος κα εμούγγριζεν. Η δυστυχής μήτηρ της, κλαίουσα, την παρώτρυνε να ομιλήση, αλλά η παιδίσκη εσιώπα και έρριπτεν άγρια βλάμματα εις τας περιστοιχιζούσας αυτήν γυναίκας, των οποίων τας ομιλίας ήκουε, αλλά δεν ηδύνατο να βγάλη λέξιν, από το στόμα της, καίτοι κατέβαλλε μεγαλάς προσπαθείας. Κατά περιόδους κατελαμβάνετο υπό σπασμών και έπιπτεν επί της κλίνης της. Όταν δε συνήρχετο, έκλαιεν. Η μήτηρ της επληροφόρησε τας γυναίκας, ότι από 20 ημερών καθ’ εκάστην πρωίαν, μόλις ήκουε τους κώδωνας του ναού του Αγίου Ανδρέου ηχούντας, η μικρά παιδίσκη ηγείρετο της κλίνης και παρελήρει».

Ο εξορκισμός στο ναό

Απελπισμένη από την κατάσταση της κόρης της, η μητέρα της Σπυριδούλας, αποφάσισε να την οδηγήσει στο ναό του Αγίου Ανδρέα. «ελπίσασα, ότι ο Πρωτόκλητος θα εβοήθει και τα δαιμόνια, άτινα εφαντάζετο ότι εισήλθον εις την ψυχήν της εξεδιώκοντο», γράφει χαρακτηριστικά ο συντάκτης του «Νεολόγου». Πράγματι, οι δυο γυναίκες πήγαν στο ναό του Αγίου Ανδρέα. Η μητέρα έβαλε την κόρη της να γονατίσει δίπλα από την ωραία πύλη και δίπλα της στάθηκε η ίδια. Όπως περιγράφει ο «Νεολόγος» της εποχής: «Εις την θέσιν εκείνη έμεινεν η παίδισκη επί ώραν και παρηκολούθησεν όλην την ωθινήν λειτουργίαν. Εις εκ των ιερέρων δε έψαλλεν αυτή και εξορκισμούς». Όπως μας περιγράφει ο δημοσιογράφος, η 12χρονη Σπυριδούλα ξανά μίλησε μόλις βγήκε από τον ναό: «και όταν ευθύς μόλις εξήλθεν του ναού, ήκουσεν την Σπυριδούλα της να ομιλή, εξέστη και αναλύθη εις δάκρυα, μη γνωρίζουσα και πώς να εκδηλώση την χαρά της και μη ευρίσκουσα καταλλήλους φράσεις δια ν’ απευθύνη την ευγνωμοσύνη της προς τον Θείον για το μέγα καλόν.

– Μητέρα! Αχ! Πως μου φαίνεται! Έβγαλα κάτι από μέσα μου. Είμαι τώρα καλά. Και ταύτα λέγουσα η παιδίσκη, έκλαιε και εσταυροκοπείτο».

Οι μαρτυρίες μάνας και κόρης

Ο «Νεολόγος» των Πατρών αποφάσισε να στείλει δημοσιογράφο του, στο σπίτι των γυναικών, ώστε να μάθει «από πρώτο χέρι» τι συνέβη.

Όπως γράφει η εφημερίδα: «Εις εκ των συντακτών ημών, άμα ως εμάθομεν το έκτακτον συμβάν, μετέβη εις την οικίαν Μπαλάση και είδεν και αυτήν και την μητέρα της». Μιλώντας στον δημοσιογράφο η μητέρα είπε χαρατκηριστικά: «Να παιδί μου, το κορίτσι μου παρ’ ολίγον να χάση τη μιλιά. Αλλά η χάρι του Αγ. Ανδρέα, του άνοιξε το στόμα. Είκοσι ‘μέρες πριν μουγκαθή, ήρθε το δειλινο από το εργοστάσιο Κολέτσου, όπου το είχα και ειργάζετο, κυριευμένο από ένα φόβο. Μου έλεγε πως το εφόβισαν η άλλες αι μαθήτριες με τες νεράϊδες  και έτρεμε. […]. Όσο περνούσαν ημέρες, τόσο η μιλία του ωλιγώστευε. Και κάπου, κάπου το έπιαναν σπασμοί. Πάντα όμως το πρωί ‘στες τέσσαρις. Του έβαλα επάνου του την εικόνα της Αγίας Βαρβάρας, αλλά δεν την εδέχονταν. […]. Είχα πεποίθησιν στον Άγιο και μου το γιάτρευεσε το κοριτσάκι μου. Ανατριχιάζω που σου τα λέω αυτά τα πράγματα. Τώρα είνε καλά και θα το κάμω μοδίστρα».

Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και η μαρτυρία της 12χρονης Σπυριδούλας προς τον δημοσιογράφο: «Επήγα στου Κολέτσου και εργαζόμουνα. Το βράδυ που εφεύγαμε μαζή με τα άλλα κορίτσια μου έλεγαν για της νεράϊδες και εγώ εφοβόμουνα. Ένα δειλινο άμα εβγήκαμε από το μαγαζί, ακούσαμε μια κουκουβάγια. Ερώτησα τες άλλες τι ήταν εκείνο και μου είπαν πως μ’ εφώναξε η νεράϊδα. Μ’ έπιασε φόβος δυνατός και επήγα στο σπήτι μου τρέμοντας. Η μητέρα μου εζήτησε να με ησυχάση, αλλά εγώ επήγα να τρελλαθώ από τον φόβο μου. Είκοσι ‘μέρες μισοκοιμόμουνα και το πρωί με έπιανε μία θαμπούρα και εμπερδεύοταν η γλώσσα μου. […] Μ’ έπιαναν και σπασμοί, γιατί παρουσιαζόταν το λιοντάρι. Η μητέρα μου μ’ επήγε κατόπιν στην Εκκλησία και εκεί εμείναμε πολλές ώρες. Με εδιάβασαν καλά οι παπάδες και άρχισα να ξαλαφρώνω. Εκείνο το βράδυ που ένοιωθα, γιατί εκαταλάβαινα και ένα βάρος εδώ μέσα στα στήθια μου, άρχισε να φεύγη. Άμα δε εβγήκαμε έξω από την Εκκλησία, εξανάσανα και εκατάλαβα πως μπορούσα να μιλήσω. Άνοιξα το στόμα μου κα μίλησα. Και τώρα δοξάζω τον Άγιο που μου έδωκε τη μιλιά μου». 

*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Νεολόγος

Ακολουθήστε το dete.gr στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Google News απο τον υπολογιστή αλλά και από την εφαρμογή Google News του κινητού σας.

Σχετικά Άρθρα

ροή ειδήσεων

πρωτοσέλιδα