Πολύβουη αγορά

02.07.2023 / 17:00
20160430_113956-1

Όταν έπιαναν δουλειά οι ράσπες, οι τανάλιες, τα σφυριά και το πόδι στερεωνόταν πάνω στο τρίποδο, έπρεπε το αφεντικό να είναι κοντά στο άλογο, για να το χαϊδεύει και να το ηρεμεί.

Το πετάλωμα γινόταν όταν μεγάλωνε το νύχι του ζώου ή όταν φθειρόταν το πέταλο από την πολλή δουλειά. Όταν άρχιζε το πετάλωμα, ο πεταλωτής λύγιζε το πόδι του ζώου προς τα πίσω και το τοποθετούσε σε ένα τρίποδο. Στη συνέχεια, με μια τανάλια έβγαζε τα παλιά καρφιά με προσοχή και έπειτα το πέταλο. Έκοβε τα νύχια με το σατράνι, τα λίμαρε και τοποθετούσε το πέταλο. Τέλος, κάρφωνε τα καρφοπέταλα αποκάτω με φορά προς τα έξω, ώστε να μην καρφωθούν στο κρέας του ζώου, ενώ έκοβε ό,τι προεξείχε, και τα λίμαρε με τη ράσπα.

Στο χάνι του Παναγόπουλου φύλαγε τα βράδια το άλογο με το κάρο του ο Γάλα- Γάλας. Ήταν γνωστός τύπος του Μαρκάτου, έκανε μεταφορές και αποτελούσε μέρος της καθημερινής διασκέδασης εκεί. Στο Μαρκάτο ήταν εύκολο να βγάλουν κουσούρι σε κάποιον, αλλά και να το μεγαλοποιήσουν, καθώς τίποτα δεν πέρναγε απαρατήρητο .Η πλατεία, ήταν συχνά και τόπος περάσματος του Κομίνη, του Συμεών και του Βούμπα, ενώ μόνιμη ήταν η Μαρία Κου, που παρίστανε την τυφλή και διακόνευε καθημερινά. 

Δίπλα στο χάνι του Παναγόπουλου ήταν ένα μαγαζί που έκανε περιελίξεις σε μοτέρ, και μετά το κοτοπουλάδικο των Σαμαρτζή και Πολίτη. Κότες και κοκορόπουλα στο πάτωμα με δεμένα τα πόδια, κοτόπουλα που χαλάγανε τον κόσμο από το κακάρισμα και τελάρα γεμάτα νεοσσούς. Το μαγείρεμα του κοτόπουλου είχε μεγάλη διαδικασία σφάξιμο στην κουζίνα, ζεμάτισμα και μάδημα και γινόταν μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, κι έτσι το κοτοπουλάδικο ειδικά τα Σάββατα είχε πολλή κίνηση.

Δίπλα, στη γωνία, το μπακάλικο του Σπυρόπουλου, ένα μεγάλο καρότσι, βαρέλια, και κρεμασμένα σαρώματα ήταν μονίμως στη μόστρα του μπακάλικου.

Στην πάνω δεξιά γωνία ήταν το μαγαζί του Καραχάλιου, από όπου η νόνα μου αγόραζε μπούκλες μαλλί για πλέξιμο. Έπλεκε τα πάντα, εμένα μου είχε πλέξει ένα σκούρο βυσσινί πουλόβερ με πλεξούδες, που το φόραγα με καμάρι τον χειμώνα. Ο Καραχάλιος πούλαγε επίσης χαλιά, βελέντζες, φλοκάτες και μαλλί για παπλώματα.

Απέναντι ήταν ο Τσεγρένης, που κατασκεύαζε όπλα και φυσσίγια, απαραίτητα εφόδια κυρίως για τους τσοπάνηδες.

Στην γωνία το μπακάλικο του Κρούσκα και δίπλα το καφενείο των Παρασκευά και Διαμαντή. Έπινε τον καφέ του ο Θεοδόσης εκεί και, όταν είχε κάνει καλό σεφτέ, κέρναγε τους φίλους του, όπως κι εμένα με ένα λουκουμάκι. Έφτανε η γλυκιά μυρουδιά από τον καβουρντισμένο καφέ, που με τέχνη έφτιαχνε δίπλα, στο καφεκοπτείο του, ο Παπανδρέου. Εντυπωσιακή η μηχανή, γύριζε η χαρμανιέρα, οι πράσινοι κόκκοι άλλαζαν χρώμα και στο τέλος απελευθέρωναν ένα υπέροχο άρωμα, που απλωνόταν ολόγυρα στην πλατεία.

Ο Νικήτας Παπουτσιδάκης είχε απλωμένα όλη μέρα φιντάνια και σπόρους, μαζί με λουλούδια, χαλκό, θειάφι και λιπάσματα. Το θειάφι και η γαλαζόπετρα σε κρυστάλλους και σε νιφάδες, με προορισμό την αμπελουργία, είχαν τη δική τους συμμετοχή στις ανάκατες μυρουδιές της πλατείας.  Εισάγονταν δε, κατά χιλιάδες τόνους κάθε χρόνο από το λιμάνι της πόλης.

Και δίπλα, το καφενείο του Ανδρέα Παναγόπουλου, γεμάτο κόσμο, σέρβιρε καφέ τούρκικο σε χοντρό φλιτζάνι.

Έβρισκαν τα πάντα

Όλα τα μαγαζιά του Μαρκάτου ήταν συνεχώς γεμάτα με πελάτες που έρχονταν από τα γύρω χωριά αλλά και από όλη την Πάτρα, καθώς ήταν σίγουρο ότι θα έβρισκαν τα πάντα στην πολύβουη αγορά. Η Ερμού πάνω από το Μαρκάτο είχε πολύ χρώμα, φωτιές από τα καμίνια και φασαρία από το σφυροκόπημα στα αμόνια που σκορπούσε καυτές σπίθες στα πεζοδρόμια.

Δεξιά μας χαλκώματα, τεντζερέδια, καζάνια και γανώματα. Επιτόπου ο γανωματής πάλευε με το λιωμένο καλάι και ζωντάνευε τα μπακίρια. Δίπλα το σιδηρουργείο του Φιλιππόπουλου έφτιαχνε τσάπες, φτυάρια και σκεπάρνια, μαζί με υπέρθυρα και κάγκελα. Δρεπάνια σε διάφορα μεγέθη και γκασμάδες ήταν σε παράταξη στο πεζοδρόμιο. Οι καμπάνες, τα μανουάλια και οι πολυέλαιοι του Μπέλλα, λαμπύριζαν στον πρωινό ήλιο. Δίπλα ο Στολλάκης με τα χαλκώματα.

Τα χαλκουργεία είχαν κρεμασμένα σωρό τα κουδούνια και τα τσοκάνια, αλλά και τα κυπριά για τα γκεσέμια. Οι τσοπάνηδες τα διάλεγαν με προσοχή, γιατί από τον χτύπο των τσοκανιών καταλάβαιναν αν το κοπάδι βοσκάει, αν αναχαράζει, αν περπατά, αν τρέχει ή αν πίνει νερό. Επίσης, τους βοηθούσαν στο έργο τους, στον σάλαγο, στη στρούγκα και στον στάβλο. Οι τεχνίτες του Μαρκάτου, που τα έφτιαχναν, είχαν ιδιαίτερες ικανότητες και ήταν λιγοστοί.

Αριστερά μας, μετά τον Τσεγρένη, βρισκόταν το σιδηρουργείο με τα γεωργικά εργαλεία του Γραμματικόπουλου και μετά οι Αφοί Μενούνου με σιδηρές κατασκευές και αλουμινίου. Στη σειρά και το σιδηρουργείο του Σκαναβή. Στο πεζοδρόμιο χύμα τα ξινάρια και οι τσάπες για τα κουτρούλια στα αμπέλια, μαζί με τις φαλτσέτες για το χαράκι, περίμεναν τους υποψήφιους αγοραστές για το μακρινό τους ταξίδι.

Τα σφυριά δούλευαν ασταμάτητα στου Ντόσκα, που έφτιαχνε χοντροπάπουτσα και άρβυλα στο χέρι. Και δίπλα του Παυλίδη, με παραγωγή «υποδήματα γυναικεία γεροντίστικα».

Τα φαναράδικα κατασκεύαζαν από λαμαρίνα νιπτήρες, μαγκάλια, σκάφες, ντεπόζιτα και ντενεκέδες. Έφτιαχναν και κατρουγιάλια ντενεκεδένια με χερούλια, που ήταν χρήσιμα, γιατί στα περισσότερα σπίτια οι απόπατοι ήταν έξω, στην αυλή. Τότε, αυτά τα κατρουγιάλια δεν είχαν μεγάλη ζήτηση, γιατί είχαν εμφανισθεί στην αγορά τα εμαγιέ…

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…

Ακολουθήστε το dete.gr στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Google News απο τον υπολογιστή αλλά και από την εφαρμογή Google News του κινητού σας.

Σχετικά Άρθρα

ροή ειδήσεων

πρωτοσέλιδα