Ο δικός μας Λευτέρης Παπαδόπουλος έκλεισε τα 85 του χρόνια

03.04.2022 / 16:15
All-focus

Τα 1.200 τραγούδια που έγραψε, είναι η ζωή, τα παιδικά μας χρόνια, οι στενοχώριες, οι χαρές, τα πάθη και τα γλέντια μας…

Με την υπογραφή του Θανάση Κούστα

Μια Κυριακή απόγευμα, είχα την ευκαιρία να απολαύσω την εξαιρετική εκπομπή του Νίκου Μουρατίδη, με τίτλο «η μικρή μας πόλη» στον ραδιοφωνικό σταθμό Παραπολιτικά 90,1 fm. Ήταν 14 Νοεμβρίου και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είχε γενέθλια κλείνοντας τα 85 του χρόνια.                                                              

Έτσι ο Νίκος Μουρατίδης, μας ταξίδεψε, όπως αυτός μοναδικά γνωρίζει, στα χρόνια της νιότης μας, όταν ονειρευόμαστε, ερωτευόμαστε και ταξιδεύαμε…  με τα τραγούδια του Λευτέρη Παπαδόπουλου που απλόχερα μας πρόσφερε, με στίχους που ήταν γεμάτοι πάθη, θύμησες και έρωτα. Τραγούδια που μας συνόδευαν στα ταβερνάκια της Καισαριανής, στις μαζώξεις που κάναμε στα φοιτητικά δωμάτια και στις μπουάτ της Πλάκας με ένα πιάνο και μια κιθάρα  ανάμεσα σε υφαντά και μισοσβημένα κεριά….

Η «Άπονη ζωή»

Ήμουν εννέα χρονών, όταν τα μεσημέρια, από το τρανζιστορακι ακούγονταν οι διαφημιστικές εκπομπές των δισκογραφικών εταιρειών, όπως της Columbia που είχε σαν σήμα έναρξης την «Συννεφιασμένη Κυριακή», της  Odeon που είχε σαν σήμα τους «Γλάρους» του Πάνου Γαβαλά και της  LYRA που είχε το «ρολόι» του Γιώργου Ρωμανού. 

Και ξάφνου, στα 1963, στην εκπομπή της Columbia, ακούγεται ένα διαφορετικό τραγούδι, η «άπονη ζωή» που θυμάμαι πως έκανε μεγάλη εντύπωση, καθώς ήταν φανερό πως κάτι άλλαζε στα ελληνικά ακούσματα. Λίγο πιο πριν, στην ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη «Κόκκινα φανάρια», ακούγεται ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, συνοδεία του Γιώργου Ζαμπέτα στο μπουζούκι, να τραγουδά μαζί με το Γιώργο Φούντα και τη Δέσπω Διαμαντίδου, τους στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου από την «Άπονη ζωή», σε μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου. Το τραγούδι, εκτός από την κινηματογραφική εκτέλεση, ηχογραφείται με δεύτερη φωνή τη Ρία Κούρτη και κυκλοφορεί σε δίσκο 45 στροφών Columbia, που από την άλλη πλευρά έχει ένα ακόμα χασάπικο των ίδιων συντελεστών που λέει «Φτωχολογιά, για σένα κάθε μου τραγούδι»….

Η «Φτωχολογία»

 Στην ηχογράφηση της «Φτωχολογιάς» ο Μπιθικώτσης κάνει λάθος και αντί να πει «και τους λυγμούς σου, τους πλέκεις ψιλοβελονιά», λέει «και τους καημούς σου…», η ηχογράφηση όμως μένει έτσι και τα δυο τραγούδια ακούγονται παντού και γνωρίζουν δεκάδες επανεκτελέσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό…

Κι έτσι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος μπήκε στην ζωή μου, όταν στις παρέες μας, στα μισοϋπογεια ταβερνάκια του Βύρωνα, της Καισαριανής αλλά και της Πλάκας,  με το μπουζουκάκι του Γιάννη, φέρναμε στροφές καθώς «… το μερτικό απ’ τη χαρά μας το ‘χαν πάρει άλλοι» 

Και κάποια βράδια στον πάνω όροφο, στην «Αρχόντισσα» της οδού Αδριανού, μαζί με την Δήμητρα Γαλάνη, σβήναμε τα φώτα και ανάβαμε τους αναπτήρες, όταν… «Βροχή και σήμερα, βροχή στην στέγη μας, βροχή στην πόρτα μας, ατέλειωτη βροχή».

1

Ο δικός μου Παπαδόπουλος

Λοιπόν έχω πει και άλλη φορά πως ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, έχει σημαντική θέση στα χρόνια της νιότης μου, και τον θεωρώ δικό μου άνθρωπο, καθώς τα 1.200 τραγούδια που έγραψε, είναι η ζωή, τα παιδικά μας χρόνια, οι στενοχώριες, οι χαρές, τα πάθη και τα γλέντια μας…. Αυτός είναι.

Ο Ηλίας Κατσούλης στιχουργός και φιλόλογος έχει γράψει:                    

Η ματιά του Παπαδόπουλου στα τραγούδια με κοινωνικό θέμα είναι του λαϊκού ανθρώπου που συμπάσχει όχι του αστού που παρατηρεί και καταγράφει, έστω με συμπάθεια, τους λαϊκούς ανθρώπους.                                                                                      

Βαραίνει δηλαδή η απώλεια, ενώ ο θαυμασμός υποβάλλεται έμμεσα:                                                                                           

«Κι ήρθαν και βασίλεψαν τα βαθιά σου μάτια                               

Κάποιο Σαββατόβραδο στην Καισαριανή…»                                             

«Δεν το μπορώ                                                                                

Το προσκεφάλι του το άδειο να θωρώ                                                   

Δεν το βαστώ                                                                                      

Να ‘ναι το στόμα του γαρίφαλο κλειστό…»

Τον πληγώνει η κοινωνική αδικία:                                                        

«Το μερτικό μου απ’ τη χαρά μου το ‘χουν πάρει άλλοι»                  

«Πικρό το μεροκάματο παρέα με τον θάνατο…»                               

«Είμαστε το φτωχολόϊ  κόσμος και λαός χάντρες απ’το κομπολόϊ που ‘χασε ο Θεός…».

Αισιοδοξεί όμως για μια καλύτερη ζωή:                                               

«Κάπου χαράζει διώξε αδελφέ το μαράζι                                             

ξέρω η καρδιά σου σπαράζει                                                             

μα θα ‘ρθει λυτρωμός…»

Αγωνιά για τους πονεμένους και του κατατρεγμένους:                             

«Βάλε κι άλλο πιάτο στο τραπέζι  κάποιος πονεμένος θα βρεθεί…»

Τραγουδά τον καημό του μετανάστη αλλά και την συμφιλίωση λαών παραδοσιακά εχθρών μεταξύ τους:

«Είμαι παραγιός στην Αγίασο κι είσαι  στο Αϊβαλί                                    

ρίξε σκάλα να περάσω για να πιούμε ένα ρακί…»

Προβάλει το αίτημα για στοιχειώδη κοινωνική δικαιοσύνη:

«… δεν θέλαμε παλάτια κι αστέρια να μας χάριζες μια μπουκιά ψωμί για μας τα ορφανά περιστέρια να χαλάλιζες…»

Δεν ξεχνά βέβαια και τα παιδιά και αυτό που εκπροσωπούν:

«Και όταν θα ‘ρθουν οι καιροί                                                             

που θα ‘χει σβήσει το κερί                                                                   

στην καταιγίδα                                                                           

υπερασπίσου το παιδί                                                                   

γιατί αν γλυτώσει το παιδί                                                               

υπάρχει ελπίδα…»

Τέλος θα αναφερθώ – γράφει – στην λειτουργία του μεταφορικού λόγου και…«Σ’ έπινα κοριτσάκι σαν το κρασάκι γουλιά -γουλιά» «Κι έγινε το Σαββατόβραδο ένα λουλούδι πεταμένο στη γωνία» και τους λυρικούς χαρακτηρισμούς που χαρίζει στην γυναίκα:            

«Λουλούδι του μπαξέ»                                                        

«Απριλομάη μου»                                                                         

«Μέλι μελισσάκι μου»                                                                       

«Μηλίτσα και χρησομηλιά»                                                             

«Γοργόνα στ’ ακρογιάλι»                                                                         

«Αχ γλυκό μου μανταρίνι»                                                             

«Ήλιε αποβροχάρη μου»

Κι εγώ θα συμπληρώσω, ποιος δεν έχει τραγουδήσει το «Σαββατόβραδο στην Καισαριανή» σε κάποιο ταβερνάκι με λίγο κρασάκι και με μια κιθαρίτσα… .                                                         

 Για το τραγούδι αυτό έχει πει ο ίδιος:

«Αν καταστρεφόταν ο κόσμος, από τα 1.200 τραγούδια που έχω γράψει, θα διάλεγα να απομείνει το «Σαββατόβραδο στην Καισαριανή» γιατί έχει ένα σπουδαίο τετράστιχο: «Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει, σαν αμάξι γέρικο, στην ανηφοριά». Μόνο αυτό αν έμενε, θα ήμουνα ευχαριστημένος».

Αυτός είναι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ένας δικός μας, που μαζί του μεγαλώσαμε αλητεύοντας  στις γειτονιές του και ακόμη μας συντροφεύει όταν τον έχουμε ανάγκη και τον αναζητούμε…

Ακολουθήστε το dete.gr στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Google News απο τον υπολογιστή αλλά και από την εφαρμογή Google News του κινητού σας.

Σχετικά Άρθρα

ροή ειδήσεων

πρωτοσέλιδα