Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ

05.05.2024 / 14:00
bach-1

Ο Συνθέτης των Παθών

Τον έχουν χαρακτηρίσει «ποιητή των ήχων», «παμμέγιστο», «ασυμβίβαστο», «μυστηριώδη». Ένας άνθρωπος που ευγνωμονούσε διαρκώς τον Θεό παρά τις δοκιμασίες στις οποίες θα υποβαλλόταν.

Ο σεβασμός που έτρεφε εξάλλου ο Μπετόβεν προς τον άνθρωπο που μας χάρισε τα «Βραδεμβούργια Κονσέρτα» συνοψίζεται στο αγαπημένο του λογοπαίγνιο: «Δεν έπρεπε να ονομάζεται Μπαχ («ρυάκι» στα γερμανικά), αλλά Ποταμός!».

Σε κάθε έργο του, ο Μπαχ συνήθιζε να γράφει, «Soli Deo Gloria» (Μόνο στον Θεό η Δόξα).

Η ζωή του

Γεννημένος στο Άιζεναχ της Γερμανίας την 21η Μαρτίου 1685, ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ μεγαλώνει μέσα σε πολυπληθή οικογένεια με 8 παιδιά με μακρά μουσική παράδοση. Ο πατέρας του ήταν διευθυντής στην τοπική ορχήστρα και είναι αυτός που θα μυήσει τον μικρό στο βιολί από πολύ τρυφερή ηλικία.

Όταν έκλεισε τα 7 του χρόνια, ο Μπαχ φοίτησε στα προπαρασκευαστικά σχολεία της εποχής, λαμβάνοντας θρησκευτική εκπαίδευση και μαθαίνοντας λατινικά, κατά τα παιδαγωγικά πρότυπα της εποχής.

Σε ηλικία 10 ετών, θα γνωρίσει από πρώτο χέρι την τραγικότητα της απώλειας.

Ο Μπαχ μένει ορφανός και από τους δύο γονείς του (χάνει και τρία ακόμα από τα αδέλφια του), από την επιδημία πανώλης που χτύπησε την Ευρώπη, και ο μεγαλύτερος αδελφός του, εκκλησιαστικός οργανοπαίκτης, τον παίρνει μαζί του. Αφού τον γράψει στο νέο του σχολείο, του παρέχει ακόμα περισσότερη μουσική εκπαίδευση.

Το 1703 προσλαμβάνεται ως δόκιμος οργανοπαίκτης στην αυλή του δούκα της Βαϊμάρης, Johann Ernst.

Σύντομα η φήμη του ως σολίστ γιγαντώθηκε και ήταν χάρη στην ασύλληπτη δεξιοτεχνία του που θα εξασφάλιζε θέση στη Νέα Εκκλησία του Άρνσταντ.

Ο Μπαχ εξαφανίστηκε για αρκετούς μήνες το 1705.

Έχοντας πάρει άδεια λίγων εβδομάδων, ταξιδεύει σε γειτονική πόλη για να απολαύσει τον φημισμένο μουσικό της εποχής Dietrich Buxtehude και παρατείνει τις διακοπές του χωρίς να ενημερώσει κανέναν για να μαθητεύσει δίπλα του! Κι έτσι το 1707 αναλαμβάνει τη νέα του θέση στην εκκλησία του Μιλχάουζεν, αφήνοντας πίσω του τις περιπέτειες του Άρμσταντ.

Την ίδια εποχή αρχίζει να γράφει δικές του συνθέσεις, όπως το πρώιμο αριστούργημά του «Τοκάτα και Φούγκα σε Ρε Ελάσσονα».

Σύντομα όμως και η νέα του θέση θα διακυβευόταν: το μουσικό στιλ του Μπαχ δεν συμβάδιζε με τις επιλογές του πάστορα και η ρήξη εγκαθιδρύθηκε στις σχέσεις τους.

Ο συνθέτης δημιουργούσε περίπλοκες μελωδίες μπλέκοντας διαφορετικά στιλ και μελωδικές γραμμές, την ίδια ώρα που ο πάστορας ήθελε την εκκλησιαστική μουσική απλούστερη.

Διασημότητα μετά βασάνων

Από τις συνθέσεις της περιόδου ξεχωρίζει η περίφημη καντάτα του «Gott ist mein König», ένα πρωτόγνωρο για την εποχή και τα δεδομένα μουσικό υπερθέαμα, για το οποίο ο Μπαχ χώρισε τα όργανα και τις φωνές σε ομάδες, δημιουργώντας διακριτά σύνολα εντός της σύνθεσης.

Έπειτα από μόλις έναν χρόνο στο Μιλχάουζεν, εξασφαλίζει θέση τακτικού πια οργανοπαίκτη στην αυλή του δούκα Wilhelm Ernst της Βαϊμάρης. Εκεί θα συγγράψει πολλές εκκλησιαστικές καντάτες και μια σειρά από τις καλύτερες συνθέσεις του για εκκλησιαστικό όργανο.

Ταυτοχρόνως συγγράφει και εκπαιδευτικό βοήθημα εισαγωγής στο εκκλησιαστικό όργανο. Το «Μικρό Βιβλίο Για Εκκλησιαστικό Όργανο» αφιερώνεται στον γιο του και γίνεται ανάρπαστο, λόγω του πρωτοποριακού διδακτικού του χαρακτήρα.

Ο Μπαχ δεν παραλείπει να δηλώνει συνεχώς τη βαθιά προσήλωσή του στη θρησκεία και τον Θεό, υπογράφοντας τις παρτιτούρες του με το περίφημο λατινικό «I.N.J.» («Εις το Όνομα του Χριστού»).

Τη χρονιά ωστόσο που ο Μπαχ ολοκλήρωνε τα εμβληματικά «Βραδεμβούργια Κονσέρτα», ο καλός του φίλος πια πρίγκιπας Λεοπόλδος παντρεύτηκε και η νέα του σύζυγος δεν εκτιμούσε καθόλου τη μουσική, απομακρύνοντας τον ευγενή τόσο από το πάθος του όσο και τον στενό του φίλο.

Σύντομα ο πάλαι ποτέ φιλόμουσος πρίγκιπας θα διαλύσει την ορχήστρα του (1723) και ο Μπαχ θα αναγκαστεί έτσι να αναζητήσει αλλού δουλειά, χτυπημένος μάλιστα και από την απώλεια της πρώτης του συζύγου.

Με τη φήμη του πλέον να προηγείται, ο Μπαχ υπογράφει συμβόλαιο με εκκλησία της Λειψίας ως ο νέος οργανοπαίκτης και δάσκαλος της χορωδίας.

Για τις ανάγκες της νέας του θέσης, ρίχνεται για άλλη μια φορά με τα μούτρα στη δουλειά, παράγοντας μια εκκλησιαστική καντάτα κάθε βδομάδα.

Τετέλεσται

Μέχρι το 1740, ο Μπαχ πάλευε πια αμετάκλητα με τα προβλήματα όρασής του.

Το 1748-1749, με την όρασή του διαλυμένη, ο Μπαχ αρχίζει να φιλοτεχνεί το σπουδαίο αριστούργημά του «Η Τέχνη της Φούγκας» (BWV 1080), το οποίο θα παραμείνει όμως ημιτελές.

Η όρασή του έχει επιδεινωθεί τόσο που υποβάλλεται σε διπλή -και ανεπιτυχή- εγχείριση την επόμενη χρονιά, από τις περιπλοκές της οποίας ωστόσο θα παραμείνει τυφλός.

Το 1750 θα ταλαιπωρηθεί και από εγκεφαλικό επεισόδιο, με την επιδεινωμένη υγεία του να τον προδίδει τελικά λίγο αργότερα, στις 28 Ιουλίου 1750.

Όπως παραθέτει ένας από τους γιους του, ο κορυφαίος συνθέτης το μόνο που ήθελε ήταν «να απαλλαγεί από την τύφλωση για να εξακολουθεί να υπηρετεί τον Θεό με όλες του τις σωματικές και πνευματικές δυνάμεις».

Ακολουθήστε το dete.gr στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Google News απο τον υπολογιστή αλλά και από την εφαρμογή Google News του κινητού σας.

Σχετικά Άρθρα

ροή ειδήσεων

πρωτοσέλιδα