Βασίλης Σπανούλης: Η ιστορία ενός 10χρονου που ονειρευόταν την κορυφή του μπάσκετ… και την κατέκτησε

26.06.2021 / 23:00
spanoulis_165525

Μία καριέρα γεμάτη τίτλους, προσωπικές διακρίσεις και ρεκόρ που έχουν περάσει στην ιστορία, όπως φυσικά και η μετακίνηση του από τον Παναθηναϊκό στον Ολυμπιακό το καλοκαίρι του 2010, η οποία προκάλεσε σοκ στην κοινωνία του μπάσκετ.

Γεννημένος στη Λάρισα στις 7 Αυγούστου 1982 από μικρός κόλλησε το μικρόβιο του αθλητισμού και παρόλο που ασχολήθηκε και με το ποδόσφαιρο και με την κολύμβηση επέλεξε (ευτυχώς για όλους) το μπάσκετ.

«Από μικρός ήμουν ο καλύτερος και καθότι εγωϊστής ήθελα πάντα να ξεχωρίζω κι έτσι γύριζα περήφανος στο σπίτι μου», είχε παραδεχθεί πριν από κάποια χρόνια, ωστόσο η αλήθεια είναι ότι από μικρός έμαθε επίσης πως η ζωή είναι γεμάτη δυσκολίες.

Στα 15 του χρόνια έχασε τον πατέρα του Θανάση, ο οποίος «έσβησε» μέσα σε 2 μήνες χτυπημένος από τον καρκίνο κι ο Βασίλης με τον κατά τρία χρόνια μεγαλύτερο αδερφό του Δημήτρη έγιναν υποχρεωτικά οι άνδρες του σπιτιού.
«Εκείνη την ημέρα αντίκρισα τη ζωή μπροστά μου. Ήμουν 15 χρόνων και συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να παλέψω για να επιβιώσω. Ο αδερφός μου επηρεάστηκε πολύ, μάλιστα έχει και στα δύο του χέρια τατουάζ με τη μορφή του πατέρα μας. Εγώ σκλήρυνα απότομα και σκέφτηκα ότι πρέπει να βγω απότομα στην επίθεση και να αμυνθώ».

Αυτό που δεν άλλαξε μέσα του ήταν η απόφαση του να ασχοληθεί αποκλειστικά με το μπάσκετ (το είχε ανακοινώσει από την ηλικία των 10 ετών στους γονείς του) κι αφού έλαμψε σε διάφορες αναπτυξιακές διοργανώσεις (παίδων, εφήβων) και έκανε την εμφάνιση του στην ελληνική Α1 με τη φανέλα του Γυμναστικού Λάρισας στα 21 του άφησε το σπίτι για να μετακομίσει στην Αθήνα και το Μαρούσι.

Η πρώτη χρονιά ήταν περίοδος προσαρμογής χωρίς να κάνει ιδιαίτερο θόρυβο, ωστόσο στη δεύτερη του σεζόν ο Βασίλης άρχισε να ξεδιπλώνει το ταλέντο του για να κληθεί στην εθνική ανδρών και να επιλεχθεί στο Νο50 του draft από το Ντάλας που παραχώρησε όμως τα δικαιώματα του στην Ατλάντα.

Οι σειρήνες του NBA δεν του παίρνουν τα μυαλά, αλλά το καλοκαίρι του 2005 ο Παύλος Γιαννακόπουλος τον φέρνει στον Παναθηναϊκό (εκείνη τη χρονιά έχει αναδειχθεί πρωταθλξητής Ευρώπης στο Βελίγράδι με την Εθνική) και υπό τις οδηγίες του Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς ο «Μπίλης» γίνεται… Kill Bill!

Αναδεικνύεται ρούκι της χρονιάς στην Euroleague και το 2006 στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιαπωνίας κάνει όργια (μαζί με όλη την ομάδα) με αποκορύφωμα τον περίφημο ημιτελικό της Σαϊτάμα όπου νικήσαμε τις ΗΠΑ. Κι εκείνο το ματς έφερε και πάλι το NBA στα πόδια του με τους Χιούστον Ρόκετς να τον φέρνουν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.

Αφήνοντας την… ζώνη ασφαλείας που του παρείχε ο Παναθηναϊκός (του Γιαννακόπουλου, του Ομπράντοβιτς και των λοιπών αστεριών) ο Σπανούλης αποδέχεται το ρίσκο, αλλά στο μαγικό κόσμο του NBA τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως θα περίμενε ο ίδιος.

Σ’ ένα διαφορετικό περιβάλλον, είναι ξανά ο… ρούκι που πρέπει να αποδείξει, αλλά χωρίς να έχει την ανάλογη στήριξη και κατανόηση από τη νέα του οικογένεια. Ο Έλληνας δεν ήταν επιλογή του προπονητή της ομάδας Τζεφ Βαν Γκάντι ο οποίος προσπάθησε να τον μεταμορφώσει σ’ έναν διαφορετικό παίκτη και σε κάθε ευκαιρία έδειχνε την απέχθεια του.

Αυτός όμως που έβλεπε όσα δεν έβλεπε ο Βαν Γκάντι ήταν ο τεράστιος Γκρεγκ Πόποβιτς που του ζήτησε να πάει στους Σαν Αντόνιο Σπερς, όμως ο Σπανούλης είχε πάρει απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα και ένα χρόνο μετά ντύθηκε ξανά στα πράσινα.

Εκείνη την εποχή το παρατσούκλι του ήταν V-Span και μαζί με Διαμαντίδη, Γιασικεβίτσιους, Τσαρτσαρή, Μπατίστ δημιουργούν μια απίθανη ομάδα η οποία κατακτά τρία σερί πρωταθλήματος και την Euroleague του 2009 στο Βερολίνο όπου ο Σπανούλης είναι καθοριστικός στον ημιτελικό με τον Ολυμπιακό και στο φινάλε αναδεικνύεται MVP…

Οι πράσινοι οπαδοί τον αποθεώνουν όμως ένα χρόνο αργότερα ο αγαπημένος τους Βασίλης γίνεται… εχθρός. Οι αδελφοί Αγγελόπουλοι τον πείθουν να γίνει ο ηγέτης του νέου Ολυμπιακού κι ο Βασίλης που ένιωθε να ζει στην (αγωνιστική) σκιά του Δημήτρη Διαμαντίδη (με τον οποίο είχε και έχει εξαιρετικές σχέσεις) παίρνει μία ακόμη απόφαση υψηλού ρίσκου λέγοντας ναι στη μετακίνηση του στον αιώνιο εχθρό.

Μια απόφαση που σήμανε το τέλος της σχέσης του με τον Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς (ο πάγος έσπασε μόνο πέρσι τον Οκτώβριο όταν κόντρα στη Φενερμπαχτέ έφτασε στους 4.155 πόντους και έγινε ο πρώτος σκόρερ της Euroleague ξεπερνώτας τον Ναβάρο κι ο Σέρβος όρθιος τον χειροκροτούσε), αλλά ήταν η αρχή μιας νέας κατάστασης…

Το 2011 ήρθε η πρώτη μεγάλη δικαίωση με το έπος της Πόλης… Ο Ολυμπιακός κινδύνευε να μείνει εκτός Top 16, αλλά προκρίθηκε στο φάιναλ φορ όπου στον ημιτελικό άφησε εκτός την Μπαρτσελόνα και στον τελικό αντιμετώπισε το απόλυτο φαβορί ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Οι Ρώσοι προηγήθηκαν με 19 πόντους και ετοίμαζαν τις σαμπάνιες, αλλά ο Σπανούλης, ο Πρίντεζης, ο Παπανικολάου και οι υπόλοιποι οδήγησαν τον Ολυμπιακό σε μια απίθανη ανατροπή και στην κατάκτηση του τίτλου.

Ο Σπανούλης είχε πλέον αποδείξει και στον πλέον δύσπιστο ότι μπορούσε να είναι ηγέτης και να οδηγήσει την ομάδα του στην κορυφή… Κι αν υπήρχαν ακόμη άπιστοι Θωμάδες, την επόμενη χρονιά ο Ολυμπιακός φτάνει και πάλι στον τελικό του Λονδίνου και επιστρέφει από το -20 κόντρα στην Ρεάλ για να κατακτήσει ξανά τον τίτλο. Τρίτη Euroleague, τρίτος τίτλος MVP για παιδί από τη Λάρισα που ήθελε να κερδίζει τους πάντες.

Το όνομα του κάθε καλοκαίρι βρίσκονταν στα πρωτοσέλιδα ελληνικών και ξένων ΜΜΕ καθώς όλοι οι κολοσσοί του Ευρωπαϊκού μπάσκετ ήθελαν να τον εντάξουν στη δύναμη τους (για παράδειγμα η ΤΣΣΚΑ δεν άντεχε σε κάθε κρίσιμο παιχνίδι να την σκοτώνει με οποιονδήποτε τρόπο) αλλά ο οικογενειάρχης (πλέον) Σπανούλης είχε βρει το λιμάνι του στον Ολυμπιακό και δεν έφυγε ποτέ από εκεί…

Κι όσο κι αν το αντίο του δεν ήταν αυτό που θα περίμενε ο ίδιος (αλλά και όλοι μας) ο Kill Bill, ο V-Span, ο «Μπίλης» είναι από τις περιπτώσεις που δεν ισχύει το «η τελευταία εικόνα είναι αυτή που μένει».

Γιατί σ’ αυτά τα σχεδόν 30 χρόνια που βρέθηκε με την πορτοκαλί μπάλα στο χέρι, ο Βασίλης Σπανούλης έζησε (όπως έγραψε στην αποχαιρετηστήρια δήλωση του) «ένα ανεπανάληπτο ταξίδι», όμως από ένα σημείο και μετά δεν ήταν ένας απλός ταξιδιώτης, αλλά ο καπετάνιος του καραβιού. Που ήξερε πως να το κουμαντάρει σε κάθε φορτούνα και να το επιστρέφει σε ήρεμα νερά…

Κι αυτό το παιδί που ονειρεύτηκε να παίξει μπάσκετ όχι μόνο τα κατάφερε, αλλά μπόρεσε να γίνει παράδειγμα προς μίμηση για όλα όσα πέτυχε στη ζωή του.

Ακολουθήστε το dete.gr στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Google News απο τον υπολογιστή αλλά και από την εφαρμογή Google News του κινητού σας.

Σχετικά Άρθρα

ροή ειδήσεων

πρωτοσέλιδα