Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου

16.07.2022 / 15:00
DSC_4429-scaled

15 Ιουλίου 1974: Το πραξικόπημα στην Κύπρο αιτία εισβολής Τούρκικων στρατευμάτων στο νησί. Ο Μακάριος διαφεύγει στο εξωτερικό και η Ελλάδα ετοιμάζεται για πόλεμο. Η πατριωτική στάση του Π. Κανελλόπουλου.

ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΜΠΕΚΙΡΗ – Τ. ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ

Όπως είναι γνωστό, το Νοέμβριο του 1973 ανετράπη το καθεστώς του Γεωργίου Παπαδόπουλου και εμφανίσθησαν στη διακυβέρνηση της χώρας νέα πρόσωπα υπό την αόρατη καθοδήγηση του Δημητρίου Ιωαννίδη. Βέβαια, η νέα διακυβέρνηση διέπραξε σωρεία λαθών, τα οποία οδήγησαν τη χώρα στο χείλος του γκρεμού. Ένα από τα λάθη της χούντας του Ιωαννίδη, ήταν η ανατροπή του Μακαρίου και η εγκαθίδρυση στην Κύπρο χουντικού καθεστώτος, το οποίο θα τελούσε υπό την επιρροή και καθοδήγηση του καθεστώτος των Αθηνών. Έτσι, την 15η Ιουλίου του 1974 και συγκεκριμένα την 8η πρωινή εξεδηλώθη ευρείας εκτάσεως στρατιωτικό πραξικόπημα από δυνάμεις της Κυπριακής Εθνοφρουράς υπό την καθοδήγηση Ελλαδιτών Αξιωματικών. Συγκεκριμένα τεθωρακισμένα άρματα μάχης μαζί με τη μοίρα καταδρομών, αφού κατέλαβαν τον ραδιοφωνικό σταθμό, το αρχηγείο της αστυνομίας, το κέντρο τηλεπικοινωνιών και πολλά κυβερνητικά γραφεία κατευθύνθησαν προς το Προεδρικό Μέγαρο. Εκεί βέβαια, αντιστάθηκε η Προεδρική Φρουρά, αλλά τελικά εκάμφθη, διότι οι πραξικοπιματίες ήσαν πολλαπλάσιοι. Στόχος των πραξικοπιματιών ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ο οποίος όμως, συνοδευόμενος από τρεις σωματοφύλακες, κατάφερε να διαφύγει ακολουθώντας μία αφύλακτη διάβαση και μέσω της κοίτης ενός χειμάρρου που ευρίσκεται στη δυτική πλευρά του Προεδρικού Μεγάρου. Τη διαφυγή του ακολούθησαν πολλές περιπέτειες, έως ότου τελικά έφθασε στη Μονή Κύκκου και από εκεί μετέβη στην Πάφο, όπου δεν είχαν καταφέρει να επικρατήσουν οι πραξικοπιματίες.

Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 3

Βέβαια, οι πραξικοπιματίες μέχρι το βράδυ είχαν καταλάβει ολόκληρο το νησί. Μάλιστα, το μεσημέρι της ίδιας ημέρας όρκισαν ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας το Δημοσιογράφο Νικόλαο Σαμψών, ο οποίος ήταν παλιό στέλεχος της ΕΟΚΑ και ο οποίος σε διάγγελμά του υποσχέθηκε ότι θα αγωνιζόταν για την ενότητα του Κυπριακού λαού και ότι σύντομα θα οδηγούσε τη χώρα σε ελεύθερες και αδιάβλητες εκλογές.

Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 4

Από την άλλη πλευρά ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, αφού διαπίστωσε ότι επικράτησε το πραξικόπημα της χούντας ανεχώρησε την επομένη ημέρα από την Πάφο και μέσω Μάλτας έφθασε στο Λονδίνο. Εκεί, αφού συναντήθηκε με τον Πρωθυπουργό Σερ Χάρολντ Γουίλσον και τον Υπουργό των Εξωτερικών Τζέιμς Κάλαχαν ανεχώρησε για Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να διαμαρτυρηθεί ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Οι Τούρκοι εισβάλλουν στην Κύπρο

Μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, ο Τούρκοι βρήκαν την ευκαιρία και την 20η Ιουλίου 1974 και περί ώραν 5ην πρωινή Τούρκικες στρατιωτικές δυνάμεις εισέβαλαν στο βόρειο τμήμα της Κύπρου. Συγκεκριμένα, ισχυρά στρατεύματα αποβιβάζονται στη ξηρά, ενώ μαχητικά αεροπλάνα βομβάρδιζαν την περιοχή της Λευκωσίας και αλεξιπτωτιστές ρίπτονταν σε διάφορα επίκαιρα σημεία της βορείου Κύπρου. Την ίδια στιγμή Τούρκικα πολεμικά πλοία βομβάρδιζαν διάφορες Ελληνικές θέσεις. Και ενώ η Κύπρος δέχεται αυτόν τον αιφνιδιασμό, η Ελληνική αντίδραση για άγνωστους λόγους καθυστέρησε να εκδηλωθεί. Μάλιστα, τα ραδιόφωνα της Λευκωσίας και των Αθηνών με πολύ μεγάλη καθυστέρηση ανήγγειλαν την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο. Έτσι, οι Τούρκοι χωρίς καμμία αντίσταση κατέλαβαν όλες τις επίκαιρες θέσεις του νησιού και άρχισαν το καταστρεπτικό τους έργο. Οι Ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις πολύ καθυστερημένα άρχισαν να επιτίθενται με αυτοθυσία εναντίον των εισβολέων και προσπάθησαν να απωθήσουν τους Τούρκους από την περιοχή της Λευκωσίας.

Βέβαια, ο διπλωματικός τομέας κινήθηκε αμέσως και το βράδυ της ίδιας ημέρας συνήλθε στη Νέα Υόρκη το Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο εξέδωσε το υπ’ αριθμ. 359 ψήφισμα. Το ψήφισμα αυτό ζητούσε να σταματήσουν αμέσως οι εχθροπραξίες μεταξύ των αντιμαχόμενων μερών και να αποχωρήσουν από το νησί τα ξένα στρατεύματα κατοχής. Πρέπει εδώ να τονίσουμε, ότι η απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας ήταν ομόφωνη, όμως ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας Μπ. Ετσεβίτ την περιφρόνησε τελείως και προσπαθούσε να εφαρμόσει τα σχέδιά του. Και ενώ συνέβαιναν αυτά, την επομένη ημέρα, 21η Ιουλίου, η Ελληνική Κυβέρνηση προσπάθησε να δραστηριοποιηθεί χωρίς όμως αποφασιστικότητα. Έτσι, ενώ είχαν διαταχθεί να πλεύσουν προς την Κερύνεια δύο Ελληνικά υποβρύχια, την τελευταία στιγμή εδόθη σήμα να επιστρέψουν πάλι στα Ελληνικά χωρικά ύδατα. Επίσης, ενώ είχε αποφασισθεί να γίνει επέμβαση στην Κύπρο, οι Έλληνες στρατηγοί το απέρριψαν με το επιχείρημα ότι μία τέτοια επέμβαση θα ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Τέλος, από τα δώδεκα μεταγωγικά αεροπλάνα που εστάλησαν, το ένα έπεσε από λάθος και άλλα δύο επλήγησαν εις τον αέρα. Όλα αυτά μαρτυρούν την έλλειψη συντονισμού και την ανυπαρξία πολιτικής βούλησης. Η Ελληνική Κυβέρνηση ήταν ανύπαρκτη και ο απεσταλμένος της Αμερικανικής Κυβέρνησης Υφυπουργός Εξωτερικών Σίσκο δεν μπορούσε να βρει κανέναν αρμόδιο για να συζητήσει την περίπτωση ανακωχής.

Τελικά ανέλαβε ο ναύαρχος Π. Αραπάκης να συνομιλήσει με τον Υφυπουργό των ΗΠΑ Σίσκο για τους όρους της ανακωχής. Από την πλευρά του ο Μπ. Ετσεβίτ είχε διαπιστώσει τις αδυναμίες των Ελλήνων και προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο για να επιβάλει τις απόψεις του. Έτσι, η ανακωχή που εξηγγέλθη στις 4 μ.μ. της 22ας Ιουλίου βρήκε τους Τούρκους να έχουν καταλάβει την περιοχή Πέντε Μίλι Γλυκιώτισας με θύλακα στη Λευκωσία και να κατέχουν την Κερύνεια με τη γύρω περιοχή.

Ποιος όμως ευθύνεται για την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο; Η απάντηση δεν είναι εύκολη, διότι ο φάκελος για το Κυπριακό δεν έχει ακόμα ανοίξει, με ευθύνη όλων των Κυβερνήσεων που κυβέρνησαν τον τόπο από το 1974 και μετά. Βέβαια, για το θέμα αυτό έχουν λεχθεί πάρα πολλά. Όλα όμως είναι συμπεράσματα ατομικά και δεν οδηγούν σε γενικό συμπέρασμα. Πάντως, εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι την περίοδο εκείνη η Ελληνική Κυβέρνηση (χούντα Ιωαννίδη) ήταν διαλυμένη και ο Υφυπουργός των Εξωτερικών των ΗΠΑ δεν εύρισκε κανένα μέλος  της Ελληνικής Κυβερνήσεως για να συνομιλήσει. Βέβαια, μεγάλες ευθύνες βαρύνουν και τους Κυπρίους που βοήθησαν στην ανατροπή του Μακαρίου. Τέλος, ευθύνες έχουν η Αγγλία ως Εγγυήτρια Δύναμη, καθώς και οι ΗΠΑ, που δεν αντέδρασαν άμεσα σε ένα τέτοιο εγχείρημα.

Η Ελλάδα ετοιμάζεται για πόλεμο

Όπως είναι γνωστόν, τα γεγονότα της Κύπρου είχαν επηρεάσει ολόκληρο τον Ελληνικό λαό, ο οποίος παρακολουθούσε με μεγάλη αγωνία τα τεκταινόμενα στην Μεγαλόνησο. Η χουντική Κυβέρνηση του Δ. Ιωαννίδη, παρακολουθούσε τα δραματικά γεγονότα χωρίς να είναι σε θέση να πάρει αποφάσεις. Εκείνη την κρίσιμη περίοδο και λόγω ελλείψεως Κυβερνήσεως οι Αρχηγοί των Γενικών Επιτελείων, αποφάσισαν να κάνουν γενική επιστράτευση, διότι υπήρχαν φήμες ότι οι Τούρκοι μετά την εισβολή στην Κύπρο, θα καταλάμβαναν ορισμένα νησιά του Αιγαίου και ίσως έκαναν επέμβαση και στη Δυτική Θράκη. Βέβαια, στην επιστράτευση ανταποκρίθηκε αμέσως ο Ελληνικός λαός και όσοι εκλήθησαν υπό τα όπλα έσπευσαν να παρουσιασθούν στις μονάδες που τους είχαν καλέσει.

Πρέπει εδώ να σημειώσουμε, ότι εκείνη την περίοδο δεν υπήρχε καμία οργάνωση στο Στρατό και καμία υποδομή. Αναφέρονται περιστατικά όπου στις περισσότερες μονάδες που παρουσιάσθηκαν οι στρατευθέντες δεν υπήρχαν καθόλου όπλα, καθόλου πολεμοφόδια, αλλά ούτε και κουβέρτες να κοιμηθούν. Όλα αυτά έδειχναν την έλλειψη οργάνωσης και την αταξία που επικρατούσε στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας.

Ευτυχώς όμως, για την Ελλάδα και τον Ελληνικό λαό, που δεν επεξετάθη ο πόλεμος προς τον Ελλαδικό χώρο, διότι καμία δύναμη δεν θα μπορούσε να σταματήσει τις Τουρκικές δυνάμεις, εάν είχαν αποφασίσει να εισβάλουν στον Ελλαδικό χώρο. Η παρέμβαση όμως των ΗΠΑ και προσωπικά του Υπουργού Χένρι Κίσινγκερ, είχε ως αποτέλεσμα στις 4 μ.μ. της 22ας Ιουλίου να συνομολογηθεί ανακωχή μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου και έτσι να ησυχάσουμε και εμείς από τον μεγάλο εφιάλτη που μας απειλούσε. Με αυτόν τον τρόπο διασώθηκε η Ελλάδα, διότι όπως ελέχθη η χώρα μας ήταν τελείως ανέτοιμη να αντιμετωπίσει μία τέτοια επίθεση από τον οργανωμένο Τούρκικο στρατό.

Είναι όμως ανάγκη εδώ να εξάρουμε τον πατριωτισμό όλων των Ελλήνων, οι οποίοι τότε έσπευσαν να καταταγούν στις διάφορες μονάδες καίτοι οι περισσότεροι ήσαν αντίθετοι με το χουντικό καθεστώς. Βέβαια, για τη στάση αυτή των Ελλήνων συνέβαλε αποφασιστικά η δήλωση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ο οποίος καίτοι είχε διωχθεί από τη χούντα, έκανε την ακόλουθη δήλωση, η οποία συγκίνησε ολόκληρο τον Ελληνικό λαό. «Από τη στιγμή που το έθνος ευρίσκεται επί ποδός πολέμου οφείλει ο καθένας μας να είναι είτε στρατιώτης είτε συμπαραστάτης των στρατιωτών μας». Βέβαια, μερικοί κατηγόρησαν τον Κανελλόπουλο για τη δήλωση αυτή, διότι όπως έλεγαν, βοηθούσε με αυτή του τη δήλωση το χουντικό καθεστώς. Αγνοούσαν όμως, ότι ο Π. Κανελλόπουλος, υπεράνω όλων πάντοτε, έθετε το συμφέρον της πατρίδος και είχαν προφανώς οι κύριοι αυτοί ξεχάσει τη στάση το Π. Κανελλόπουλου με την κήρυξη του πολέμου το 1940, όταν ευρισκόμενος στην εξορία από τον άλλο δικτάτορα Ι. Μεταξά, εζήτησε και πήγε εθελοντής στρατιώτης στην πρώτη γραμμή του Αλβανικού Μετώπου.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Νεολόγος” των Πατρών

Ακολουθήστε το dete.gr στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Google News απο τον υπολογιστή αλλά και από την εφαρμογή Google News του κινητού σας.

Σχετικά Άρθρα

ροή ειδήσεων

πρωτοσέλιδα