Qatargate: Γιατί οι Βέλγοι ήθελαν την ομολογία της Εύας Καϊλή

17.04.2023 / 15:19
Στιγμιότυπο-2023-04-17-2.28.46-μμ

Ανάσταση τη… Μεγάλη Παρασκευή σήμανε για την Εύα Καϊλή, την Ελληνίδα ευρωβουλευτή και πρώην αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία πασχίζει να αποδείξει τους τελευταίους τέσσερις και πλέον μήνες την αθωότητά της, ως εμπλεκόμενη στην πολύκροτη υπόθεση διαφθοράς και χρηματισμού Qatar-gate.

Η Ελληνίδα ευρωβουλευτής έφυγε το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής από τις φυλακές, συνοδεία δύο αυτοκινήτων. Στο σπίτι της, στη Rue Wiertz, έφτασε σε μία μαύρη Mercedes συνοδευόμενη από τον πατέρα της και τον δικηγόρο της Μιχάλη Δημητρακόπουλο. Εκεί την περίμεναν περίπου 15 Έλληνες και ξένοι δημοσιογράφοι, ενώπιον των οποίων έκανε τις πρώτες δηλώσεις της μετά την αποφυλάκισή της.

«Σας ευχαριστώ πολύ, με περιμένει η κόρη μου. Ο αγώνας συνεχίζεται με αποφασιστικότητα με τους δικηγόρους μου» δήλωσε η Εύα Καϊλή την Παρασκευή έξω από το σπίτι της στις Βρυξέλλες, όπου βρίσκεται μετά την αποφυλάκισή της και την απόφαση για κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση.

Η υπόθεσή της συγκλόνισε την παγκόσμια κοινή γνώμη και κλόνισε την αξιοπιστία των ευρωπαϊκών θεσμών στα μάτια εκατομμυρίων πολιτών της Ε.Ε. Ζώντας τον προσωπικό της γολγοθά από τις 9 Δεκεμβρίου του 2022, οπότε συνελήφθη από τις βελγικές αρχές στο διαμέρισμά της, στη Rue Wiertz, μια ανάσα από το κτίριο του Ευρωκοινοβουλίου στη βελγική πρωτεύουσα, η Ελληνίδα ευρωβουλευτής βίωσε ακαριαία την καθαίρεση από το θεσμικό της αξίωμα, την απομάκρυνση από τη δίχρονη κόρη της και μαζί την προσωρινή κράτησή της στις φυλακές Χάρεν, στα βόρεια των Βρυξελλών, δίνοντας μόνη από όλους, έκτοτε, μια πολύμηνη μάχη, με ζητούμενο την αποκατάσταση της αξιοπρέπειάς της.

Η διαδρομή από το άνετο γραφείο της στο Ευρωκοινοβούλιο, στο κτίριο «Louise Weiss», στις Βρυξέλλες, μέχρι το σύγχρονο κελί της στις ολοκαίνουριες φυλακές της βελγικής πρωτεύουσας έκανε αστραπιαία τον γύρο του κόσμου, καθώς προκάλεσε ισχυρές πολιτικές αναταράξεις, με δεδομένο ότι το «Νο 2» στην ευρωπαϊκή ιεραρχία φέρεται να εμπλέκεται σε υπόθεση χρηματισμού από τρίτες χώρες, με σκοπό τον επηρεασμό των αποφάσεων των οργάνων της Ε.Ε.

Η 44χρονη πολλά υποσχόμενη Ελληνίδα πολιτικός βρέθηκε ξαφνικά στη δίνη ενός σκανδάλου στη μία άκρη του οποίου οι έρευνες θέλουν να βρίσκονται πακτωλοί χρημάτων από το Κατάρ και το Μαρόκο και στην άλλη ο πρώην Ιταλός ευρωβουλευτής Αντόνιο Παντσέρι, πλάι στον οποίο θήτευσε ως υπάλληλός του ο σύντροφος της Εύας Καϊλή, Φραντσέσκο Τζόρτζι.

Οταν ο τελευταίος συλλαμβάνεται το πρωί της 9ης Δεκεμβρίου στις Βρυξέλλες κατόπιν πολύμηνης παρακολούθησής του από τις βελγικές αρχές, η Εύα Καϊλή φέρεται να τηλεφωνεί στον φερόμενο ως «εγκέφαλο» της υπόθεσης Αντόνιο Παντσέρι, αλλά και στον πατέρα της Αλέξανδρο Καϊλή, ζητώντας από τον τελευταίο να απομακρύνει από το διαμέρισμά της μια βαλίτσα με 750.000 ευρώ, όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, χρήματα που κατά την Ελληνίδα ευρωβουλευτή ανήκαν στον Παντσέρι και ο σύντροφός της κρατούσε για ασφάλεια στο κοινό διαμέρισμά τους.

Και επί ελληνικού εδάφους, ωστόσο, η ανάμειξη της πρώην αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου σε μια πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά χρονικά υπόθεση διαφθοράς πυροδοτεί ραγδαίες εξελίξεις για το πολιτικό της μέλλον, αφού διαγράφεται από το κόμμα της, το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, αίρεται η βουλευτική ασυλία της και οδηγείται σε ένα κελί, με ένα κρεβάτι, ένα γραφείο και μια οθόνη τηλεόρασης, από όπου ξεκίνησε την πολιτική της καριέρα εκφωνώντας δελτία ειδήσεων. Μακριά από όλους και με ελάχιστους φίλους στο πλευρό της, η Εύα Καϊλή όλους αυτούς τους μήνες βρισκόταν σε καθημερινή επικοινωνία με τον συνήγορό της Μιχάλη Δημητρακόπουλο, ενώ από τις πρώτες ημέρες της παραμονής της στις φυλακές του Χάρεν προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει την αναπάντεχη τροπή στη ζωή της.

«Σε βαθιά απόγνωση»

Με εμφανή την απογοήτευση της απόλυτης πολιτικής μοναξιάς της, η Εύα Καϊλή ευχαρίστησε με θέρμη την επίσης Ιταλίδα δημοσιογράφο και βουλευτή του «Forza Italia» Ντέμπορα Μπεργκαμίνι, όταν εκείνη ήταν η μόνη συνάδελφός της που την επισκέφθηκε στα τέλη του περασμένου Μαρτίου στις φυλακές του Χάρεν. Με διάχυτο το παράπονο ότι «κανείς δεν έχει έρθει μέχρι τώρα».

«Κανείς από το κόμμα μου, κανείς από την Ελλάδα», όπως είπε στην Ιταλίδα πολιτικό, η Εύα Καϊλή δεν έκρυβε ταυτόχρονα την πικρία της για το γεγονός ότι κανείς από όσους άλλοτε την περιστοίχιζαν δεν εμφανίστηκε για να συμπαρασταθεί στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής της σε ένα από τα πιο επιδραστικά πρόσωπα της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας. Αντίθετα, σχεδόν καταρρακωμένη και ξένη ως προς την παλιά της, λαμπερή εικόνα, «τις πρώτες έξι εβδομάδες, βρισκόταν σε κατάσταση βαθιάς απόγνωσης και είχε σκέψεις αυτοκτονίας», περιέγραψε η μόνη επισκέπτριά της, η κυρία Μπεργκαμίνι, στο Politico.

Η απουσία επικοινωνίας με το παιδί της υπήρξε κατά τους καλά γνωρίζοντες ο κύριος λόγος της απελπισίας της Ελληνίδας ευρωβουλευτή, η οποία έβλεπε την ανήλικη κόρη της δύο φορές τον μήνα από τον περασμένο Ιανουάριο και εξής, συνθήκη που για μερίδα του ευρωπαϊκού Τύπου λειτούργησε ως «μοχλός πίεσης» προς την ίδια, προκειμένου να έρθει σε συμφωνία με τις βελγικές αρχές. «Εξομολογούμαι δημόσια ότι η Εύα Καϊλή έχει τεράστια αποθέματα δύναμης, τα οποία τροφοδοτούνται από τη συνείδησή της ότι είναι αθώα», αναφέρει στο «ΘΕΜΑ» ο γνωστός ποινικολόγος και συνήγορός της Μιχάλης Δημητρακόπουλος.

Μετά από τεσσερισήμισι μήνες εντατικής προσπάθειας και διαρκών απογοητεύσεων, ο κ. Δημητρακόπουλος αποκάλυψε ότι «υπήρξαν στιγμές που έπεσε στο παγερό τσιμέντο του κελιού της φυλακής, αλλά σηκώθηκε για να πολεμήσει για την αθωότητά της, θέλει η κόρη της να είναι περήφανη με τη μητέρα της», με την Ελληνίδα ευρωβουλευτή να επιχειρεί μετά τις πρώτες έξι βδομάδες στο κελί της να μετατρέψει την απόγνωσή της σε κινητήριο δύναμη για την προσωπική της δικαίωση.

Η… συνθηκολόγηση

Η κατηγορηματική άρνηση της κυρίας Καϊλή, ωστόσο, να παραδεχθεί την εμπλοκή της στην υπόθεση παρέτεινε την παραμονή της στο κελί των φυλακών του Χάρεν, παρά τις απανωτές αιτήσεις για αποφυλάκιση με περιοριστικούς όρους, που κατέθεταν όλο αυτό το διάστημα οι συνήγοροί της.

Στον αντίποδα, μένοντας έγκλειστη η ίδια, έβλεπε να αποφυλακίζονται με περιοριστικούς όρους, δηλαδή με ηλεκτρονικό βραχιολάκι, ο ένας πίσω από τον άλλο, ο πρώην σύντροφός της Φραντσέσκο Τζόρτζι και ο πολιτικός «μέντοράς» του Αντόνιο Παντσέρι μετά τον συμβιβασμό τους με τη βελγική Δικαιοσύνη.

Με την ελπίδα να πέσουν στα μαλακά, Τζόρτζι και Παντσέρι «συνθηκολόγησαν» με τον Βέλγο ανακριτή Μισέλ Κλεζ, δίνοντας, κατά πληροφορίες, ονόματα, τηλέφωνα και διευθύνσεις του δικτύου που είχαν οικοδομήσει για να ασκούν επιρροή στα μέλη του Ευρωκοινοβουλίου, για λογαριασμό του Κατάρ και του Μαρόκου. Η φήμη, άλλωστε, του ανακριτή Μισέλ Κλεζ, ο οποίος αποκάλυψε την πρωτόγνωρη υπόθεση διαφθοράς στο Ευρωκοινοβούλιο -γνωστός ως ο πλέον άτεγκτος δικαστικός λειτουργός του Βελγίου- μαρτυρούσε παράλληλα και ένα παιχνίδι εντυπώσεων γύρω από την πολύκροτη υπόθεση, η οποία άρχισε το τελευταίο διάστημα να προβληματίζει, τόσο ως προς την επιβράδυνση των ερευνών όσο και ως προς τις συνθήκες κράτησης της κυρίας Καϊλή, τον ευρωπαϊκό και διεθνή Τύπο.

Σχεδόν ως κραυγή, «Γιατί η Καϊλή είναι ακόμη στη φυλακή», τιτλοφορούνταν άρθρο της γαλλικής εφημερίδας «Liberation», όπου επισημαινόταν ότι η Ελληνίδα ευρωβουλευτής παρέμενε προσωρινά κρατούμενη «χωρίς να έχει προβληθεί κάποιος πειστικός λόγος από τη βελγική Δικαιοσύνη», δεδομένου ότι στο «κακό σενάριο» για εκείνη, αντιμετωπίζει, κατά το ίδιο δημοσίευμα, «πρόστιμο και ποινή φυλάκισης με αναστολή για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος – το μόνο διαπιστωμένο αδίκημα, αφού δεν μπορεί να εξηγήσει από πού προέρχονται τα χρήματα». Μάλιστα, η εφημερίδα δεν φείδεται υπαινιγμών και ως προς τον ρόλο του ανακριτή Μισέλ Κλεζ, συσχετίζοντας την επίδειξη αυστηρότητας προς την Εύα Καϊλή με την ένδοξη συνταξιοδότησή του το επόμενο διάστημα, ως «τιμωρού» των πάντων, ακόμη και της ευρωπαϊκής πολιτικής ελίτ.

«Aισθάνομαι τρόπαιο»

Παρά τις σύγχρονες εγκαταστάσεις στις φυλακές Χάρεν, «τις πρώτες δεκαέξι ώρες, δεν υπήρχε τρεχούμενο νερό, δεν μπορούσε να πλυθεί και να ζεσταθεί», αφηγήθηκε η κυρία Μπεργκαμίνι μετά τη συνάντησή της με την Ελληνίδα ευρωβουλευτή, η οποία επέμενε μέχρι κεραίας στην αθωότητά της. «Είμαι αθώα, θα το αποδείξω. Αλλά δεν αισθάνομαι θύμα, αισθάνομαι τρόπαιο. Τρόπαιο μιας πολιτικής δίωξης, μέρος της οποίας είναι μια προκατάληψη εναντίον βουλευτών και πολιτικών από τη νότια Ευρώπη», μετέφερε μέσα από τις φυλακές η Εύα Καϊλή προς την Ιταλίδα συνάδελφό της κι ενώ δέκα Ιταλοί ευρωβουλευτές από την ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών (S&D) είχαν αποστείλει ήδη επιστολή τον περασμένο Φεβρουάριο προς την πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου Ρομπέρτα Μετσόλα, καταγγέλλοντας ανοιχτά τις συνθήκες κράτησης της Εύας Καϊλή.

Παρότι έφτασε αρκετές φορές στη σκέψη της αυτοκτονίας, «μετά τις πρώτες έξι εβδομάδες αυτό άλλαξε», όπως επισημαίνει η κυρία Μπεργκαμίνι, αφού η Ελληνίδα πολιτικός άρχισε σταδιακά να ανασυντάσσει τις δυνάμεις της, δίνοντας συντεταγμένα τον δικαστικό αγώνα για την αποφυλάκισή της με περιοριστικούς όρους. Στο ενδιάμεσο, πέραν της καταγγελίας των κομματικών συντρόφων της για τις συνθήκες κράτησής της, άρχισε να αθροίζει ως υποστηρικτές στο αίτημά της για επανένωση με τη μικρή κόρη της, αρκετές ανθρωπιστικές οργανώσεις, με προεξάρχουσα τη Διεθνή Αμνηστία.

«Είναι αδιαμφισβήτητο το ότι ένα ανήλικο άτομο πρέπει να μένει με τουλάχιστον έναν από τους δύο γονείς, η κοινή λογική το προτάσσει ακόμη και πριν από το Διεθνές Δίκαιο», ανέφερε στη «La Repubblica» o διευθυντής της οργάνωσης Ρικάρντο Νούρι, σχολιάζοντας για την επίμαχη υπόθεση πως «στην υπόθεση φυλάκισης του Φραντσέσκο Τζόρτζι και της Εύας Καϊλή στο Βέλγιο διακυβεύεται η μη υποτιμητέα αρχή του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού, της σχεδόν δύο ετών κόρης τους».

Επιπλέον, μετά το πρώτο διάστημα του εγκλεισμού της, η Ελληνίδα ευρωβουλευτής άρχισε να μελετά στο κελί της γαλλικά και ολλανδικά, προκειμένου να έχει καλύτερη πρόσβαση στα στοιχεία της υπόθεσης, ενώ πλαισίωσε τον Ελληνα, σταθερά συνήγορό της, Μιχάλη Δημητρακόπουλο με τον γνωστό «αιρετικό» Βέλγο δικηγόρο Σβεν Μαρί.

«Ακραία αυστηρότητα»

Η ύπαρξη και νομικού βελγικής καταγωγής στην ομάδα υπεράσπισης της Εύας Καϊλή υπερβαίνει τον ορίζοντα των επικοινωνιακών εντυπώσεων, καθώς η απόλυτη στάση των ανακριτικών αρχών του Βελγίου απέναντι στα διαδοχικά αιτήματα αποφυλάκισης της Ελληνίδας ευρωβουλευτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην εντελώς διαφορετική φιλοσοφία του δικανικού συστήματος στη χώρα, του οποίου η κυρία Καϊλή παραλίγο να αποβεί θύμα.

Σύμφωνα με τον κ. Δημητρακόπουλο, «το ποινικό- δικονομικό σύστημα στις Βρυξέλλες στηρίζεται πολύ στις ομολογίες των κατηγορουμένων και υποτιμάται το θεμελιώδες αξίωμα του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού, αυτό του τεκμηρίου αθωότητας». «Κατά συνέπεια, δεν είναι προσωπική στάση του ανακριτή Μισέλ Κλεζ να επιμένει να κάνει συμφωνία ομολογίας με την κυρία Εύα Καϊλή, αλλά έκφανση ενός συστήματος απονομής δικαιοσύνης που έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με τις λοιπές έννομες τάξεις της Ε.Ε.», περιέγραψε στο «ΘΕΜΑ» ο συνήγορος της κυρίας Καϊλή, η οποία βρέθηκε στο μέσον μιας σφοδρής σύγκρουσης δύο νομικών κόσμων.

Επιβιώνοντας τελικά της σύγκρουσης, θα έχει το επόμενο διάστημα αρκετό χρόνο να επεξεργαστεί τα στοιχεία της δικογραφίας που δείχνουν προς την κατεύθυνση της αθωότητάς της, καθώς ορισμένα εξ αυτών παραμένουν «άγνωστα» σύμφωνα με τον συνήγορό της κ. Δημητρακόπουλο. Ο τελευταίος σε ρόλο αγγελιαφόρου τής μετέφερε την είδηση της αποφυλάκισής της τη Μεγάλη Τρίτη, με την Ελληνίδα ευρωβουλευτή να του απαντά: «Αλήθεια μου λες, θα δω το παιδί μου;».

Αφηγούμενος με λεπτομέρειες στο «ΘΕΜΑ» εκείνες τις πρώτες στιγμές των χαρμόσυνων νέων, «η αλήθεια είναι ότι από την περασμένη Τρίτη το απόγευμα ο ομοσπονδιακός εισαγγελέας μάς ενημέρωσε ότι έγινε δεκτή εισήγησή του από τον κύριο ανακριτή να αποφυλακιστεί η Εύα Καϊλή με περιοριστικούς όρους. Ο συνάδελφός μου Σβεν Μαρί και εγώ αποφασίσαμε να μην το δημοσιοποιήσουμε μέχρι να μας κοινοποιηθεί η διάταξη του ανακριτή», είπε ο κ. Δημητρακόπουλος, εκτιμώντας στο τέλος της ημέρας πως «η υπόθεση της κυρίας Καϊλή έχει πολιτικές παραμέτρους, μεταξύ αυτών ήταν και η προφανής σκοπιμότητα να περάσουν το μήνυμα της ακραίας αυστηρότητας ως προς τα πολιτικά πρόσωπα, αδιαφορώντας ότι τα στοιχεία ενοχής κατά της Εύας Καϊλή ήταν πολύ φτωχά».

Κοντολογίς, αν η Ελληνίδα ευρωβουλευτής υπήρξε το κατεξοχήν «μέσο παραδειγματισμού» για την ευρωπαϊκή πολιτική τάξη, αν όχι ένα όχημα ελεγχόμενης κάθαρσης του ευρωσυστήματος, μένει να αποδειχθεί σε μια μακρά ακροαματική διαδικασία, η οποία μάλλον θα αρχίσει -σε αντίθεση με την αγκαλιά της κόρης της- για την Εύα Καϊλή τις ημέρες του Πάσχα. Διακριτικά πλάι της παραμένουν στην Ελλάδα η μητέρα της Μαρία και η αδελφή της Μανταλένα, που έμειναν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, αναμένοντας με υπομονή και στωικότητα τις δικαστικές εξελίξεις.

Στα πρώτα της λόγια μετά την οριστικοποίηση της απόφασης, ξεχώριζε διάχυτη η μητρική ανυπομονησία, καθώς «περιμένω εναγωνίως για το ηλεκτρονικό βραχιολάκι ώστε να βρεθώ εκτός φυλακής. Την πρώτη μέρα θέλω απλά να είμαι σπίτι με την κόρη μου. Ολη τη μέρα μαζί της. Από τον Ιανουάριο την έβλεπα μόνο δύο φορές τον μήνα», ανέφερε η Εύα Καϊλή, γνωστοποιώντας ακόμη ότι «θα παραμείνω στις Βρυξέλλες, θα συνεχίσω να δίνω μάχη για την αθωότητά μου», μένοντας πρωτίστως σε διακριτή απόσταση από τον σύντροφό της και όλα όσα τους ένωναν, τέσσερις και πλέον μήνες πριν.

«Κανένα δακτυλικό αποτύπωμα»

Στη νέα φάση της ζωής της και μαζί τής πλέον πολύκροτης υπόθεσης των τελευταίων ετών για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, η Εύα Καϊλή δηλώνει μέσω του συνηγόρου της ότι η επιστροφή της στην Ελλάδα περνά μόνο μέσα από τη λέξη «αθώα», καθώς δεν πρόκειται να επιστρέψει στα πάτρια χώματα αν η αθωότητά της δεν αντηχήσει στην αίθουσα του βελγικού δικαστηρίου. Προς αυτή την κατεύθυνση, ο συνήγορός της Μιχάλης Δημητρακόπουλος επισήμανε ότι «υπάρχουν πάρα πολλά στοιχεία μέσα στη δικογραφία που θεμελιώνουν ότι θα αθωωθεί», αποκαλύπτοντας για πρώτη φορά τη Μεγάλη Πέμπτη πως «δεν βρέθηκε κανένα δακτυλικό αποτύπωμα της Εύας Καϊλή»στις αυτοσχέδιες δεσμίδες με μετρητά που εντοπίστηκαν στην κοινή της κατοικία με τον Φραντσέσκο Τζόρτζι.

Μέχρις ότου, όμως, όλα τα στοιχεία της ογκωδέστατης δικογραφίας να δουν το φως της δημοσιότητας και με την υπαινικτική υπόμνηση ότι η πλευρά της ευρωβουλευτή δεν θα ακολουθήσει τακτική «διαρροών» προς τον Τύπο, η Εύα Καϊλή περιμένει τη στιγμή που θα ακουστεί η λέξη «αθώα» από τα χείλη των Βέλγων δικαστών, σηματοδοτώντας τη λύτρωσή της σε ένα πολιτικό θρίλερ που θα ζήλευε και το Χόλιγουντ.

Ακολουθήστε το dete.gr στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Google News απο τον υπολογιστή αλλά και από την εφαρμογή Google News του κινητού σας.

Σχετικά Άρθρα

ροή ειδήσεων

πρωτοσέλιδα


max fm