Tα έχω ποθυμήσει σφοδρά και ξεδιάντροπα. Γενικά ένα γραφείο ακατάστατο με τα χαρτιά σαν διήγηματα του Μπόρχες άναρχα με ραχοκοκαλιά που τη ζωγραφίζει ο νους. Μελάνι στα δάχτυλα και σκόνη στο πληκτρολόγιο παρέα σε πρίμο σεκόντο. Αυτή τη καρέκλα που οι αρμοί της γνωρίζουν τη κάθε σου κίνηση, το κάθε κρακ της τενοντίτιδας και που κάποια στιγμή στο μέλλον που δεν έφτασε ποτέ, θα αλλάξει (άλλαξε;). Τα πόδια σου που σαν καλάμια στους αχυρώνες του Φόλκνερ, παίρνουν φωτιά όταν αλλάζουν οι θερμοκρασίες και μπαίνουν τα κλιματιστικά σαν τα ελικόπτερα του «Αποκάλυψη Τώρα». Τους ήχους που μιξάρουν το dna συναδέλφων: Βουλωμένες μύτες, μουρμουρητά, καντήλια μέσα από τα δόντια, πόδια που χτυπάνε μόνα τους, στοιχειωμένα. Μια πόρτα κλειστή μακριά από το αγριεμένο πλήθος και το δικαίωμα να κλαις και να γελάς μπροστά στο κοινό group therapy. Ο νομάδας τα σκέφτηκε όλα αυτά και μετά πετάχτηκε στο σούπερ μάρκετ για σακούλες απορριμμάτων.
Μιχ. Παπ.