Των Ελένης Παρασκευόπολου – Ανδρέα Κολλιόπολου
Προβληματισμός επικρατεί στις αρχές, που καταγράφουν συνεχή περιστατικά έκνομων πράξεων, στις οποίες συμμετέχουν Ρομά, αφού μεγάλος αριθμός δεν έχει προσαρμοστεί στο υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο, ενώ δεν δείχνει τέτοια διάθεση, παρά τα προγράμματα που εκπονούνται και χρηματοδοτούνται κατά καιρούς από το κράτος, με φορείς υλοποίησης τους Δήμους, με κονδύλια του δημοσίου ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η απάντηση για το ποιος φταίει περισσότερο για αυτή τη συνθήκη, οι Ρομά ή το Κράτος, δεν είναι εύκολη. Για πολλούς περιέχει στοιχεία υποκειμενικότητας, κοινωνιολογικής φύσεως και αποτελεσματικότητας των θεσμών, ενώ άλλοι παραπέμπουν στο ερώτημα που γνωρίζει ο θυμόσοφος λαός και δεν έχει απάντηση: το αν η κότα γέννησε το αυγό ή το αυγό την κότα.
Το ζήτημα για τους κύκλους της ΕΛ.ΑΣ. και ειδικότερα για την τοπική αστυνομία που ήταν από αυτές που επιλέχτηκε από το υπουργείο Πολιτικής Προστασίας για να είναι στην λίστα των περιοχών όπου συστάθηκε ειδική ομάδα για την παραβατικότητα των ευάλωτων αυτών κοινωνικών ομάδων, είναι το πώς αποτυπώνεται στην πράξη η μη ένταξη τους στο υπόλοιπο της κοινωνίας.
Από την παραβατικότητα στην εγκληματικότητα
Μέχρι ώρας οι αστυνομικοί γνώριζαν καλύτερα ίσως από το καθένα ότι αυτό έχει την αποτύπωση του στην παραβατικότητα που έχουν επιδείξει, κυρίως μέσα από τις απανωτές κλοπές και διαρρήξεις σε συγκεκριμένες περιοχές της Πάτρας όπου τα τελευταία χρόνια διαμένουν.
Όμως πλέον είναι η μια πλευρά της πραγματικότητας ή καλύτερα της παραβατικής συμπεριφοράς που ας μην κρυβόμαστε αποτελεί τον «κανόνα» για μεγάλο αριθμό των ανθρώπων αυτών.
Η άλλη πλευρά έχει να κάνει με την εγκληματικότητα και τη σχέση που μπορεί να έχουν με διάφορες ομάδες που προέρχονται από αντίστοιχα κυκλώματα ομόφυλων τους, κυρίως στην περιοχή της Αθήνας.
Κύκλοι της ΕΛ.ΑΣ: Υπάρχει διασύνδεση
Κύκλοι της τοπικής ΕΛ.ΑΣ. εκτιμούν ότι και στους Ρομά υπάρχει σε ένα γενικό πλαίσιο μια διασύνδεση στην περιοχή με άλλες περιοχές και ανθρώπους που συνδέονται με την βαριά εγκληματικότητα, έχοντας βεβαρημένο παρελθόν.
Το κατά πόσο έχει προχωρήσει η διασύνδεση αυτή είναι σίγουρα ένα ερωτηματικό που για την απάντηση του περιμένει την ανάλογη έρευνα.
Αυτό που σίγουρα ισχύει και προκύπτει μέσα από τις ανώνυμες καταγγελίες που έχουν γίνει κατά καιρούς στην αστυνομία και στα ΜΜΕ, είναι ότι ένα μέρος των ανθρώπων αυτών, σε συγκεκριμένες περιοχές της Πάτρας, έχουν (άγνωστο πως) στην κατοχή τους όπλα και φέρεται να διακινούν ή να έχουν έναν σημαντικό ρόλο στην διακίνηση ναρκωτικών ουσιών.
Οι καταγγελίες – μαρτυρίες για όπλα
Οι καταγγελίες – μαρτυρίες δεν είναι μια, ούτε δύο, ενώ έρχονται να επιβεβαιωθούν από τα γεγονότα. Στην οδό Μίνωος προ ημερών κάτοικοι Ρομά που έχουν κατακλύσει το συγκεκριμένο δρομάκι έβγαλαν όπλα σε μία μάζωξη – συγκέντρωση που είχαν τα οποία δεν έκρυψαν ούτε με την εμφάνιση αστυνομικών που πήγαν στην περιοχή μετά από διαμαρτυρίες κατοίκων για την φασαρία που γινόταν.
Αντίστοιχες μαρτυρίες για οπλοκατοχή υπάρχουν κατά καιρούς για γλέντια και συγκεντρώσεις που γίνονται σε σπίτια και περιοχές που διαμένουν Ρομά όπως στα Ζαρουχλέικα, στα Προσφυγικά, στο Ψαροφάι, στην Αγία Τριάδα κτλ.
Σε ότι αφορά το θέμα της διακίνησης ουσιών οι μαρτυρίες είναι συγκεκριμένες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τριώροφο εγκαταλειμμένο σπίτι στο τέρμα της Εφέσου, μεταξύ Προσφυγικών και Αγίας Αικατερίνης, όπου όλη η γειτονιά, αλλά και τα περίχωρά αυτής γνωρίζουν καλά τι γίνεται εδώ και χρόνια.
Το άβατο του καταυλισμού και τα γκέτο
Και φυσικά δεν θα μπορούσαμε να μην αναφέρουμε τον Ριγανόκαμπο όπου σε συγκεκριμένες παράγκες του καταυλισμού πάνε και έρχονται διάφορα άτομα, χωρίς κανείς να τα ελέγχει αφού είναι γνωστό ότι οι αστυνομικοί δύσκολα πλέον πλησιάζουν τους δρόμους γύρω από τον καταυλισμό.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο νεαρός Ρομά που εμβόλισε τις προάλλες περιπολικό στην περιοχή του Κόκκινου Μύλου το έσκασε και μπήκε μέσα στον καταυλισμό, χωρίς κανείς στη συνέχεια να προσπαθήσει να τον βρει.
Ούτε φυσικά το ότι πριν από μερικά χρόνια στην δολοφονία του δικηγόρου που είχε γίνει στην Αθήνα ο ένας από τους καταζητούμενους όπως διαπιστώθηκε κάποιες μέρες μετά είχε βρει για λίγο καιρό κατάλυμα σε μία από αυτές τις νέες παράγκες που εμφανίστηκαν στον καταυλισμό.
Οι κάτοικοι που διαμένουν σε συγκεκριμένες περιοχές της Πάτρας όπου ζουν πλέον αρκετοί Ρομά μιλούν ανοικτά και χωρίς καμία διάθεση ρατσισμού ότι η γειτονιά τους τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε γκέτο.
«Τους πιάνουμε και ύστερα τους αφήνουν»
Από την άλλη όμως αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα σύνδεση με την εγκληματικότητα και το οργανωμένο έγκλημα. Όμως οι ανήλικοι μαθαίνοντας να κλέβουν και να μπαίνουν σε σπίτια και διαμερίσματα, αποκτούν από μικρή ηλικία ένα πρόσφορο έδαφος στην εγκληματικότητα.
Ούτε μπορεί να είναι τυχαίο ότι κάποια από τα ονόματα που γνωρίζει καλά η αστυνομία και φέρεται να έχουν έναν σημαντικό ρόλο στα κυκλώματα της νύχτας ή να διεκδικούν κάτι τέτοιο, είναι Ρομά.
Ο πονοκέφαλος λοιπόν για την ΕΛ.ΑΣ. και ειδικότερα για την αστυνομία σε ότι έχει να κάνει με τους Ρομά έχει πάψει να αφορά απλά και μόνο την παραβατικότητα. Τα περιστατικά δείχνουν μια ιδιαίτερη επιθετική συμπεριφορά το τελευταίο διάστημα (δείτε την επίθεση σκηνιτών σε αστυνομικούς) και μια τάση που φανερώνει ότι δεν τους τρομάζει κάτι.
Πάνω σε αυτό βέβαια την αύξηση της επιθετικότητας που παρατηρείται το τελευταίο χρονικό διάστημα και προς τους αστυνομικούς, η εκτίμηση είναι πως αυτό συμβαίνει λόγω της ήπιας ποινικής αντιμετώπισης . «Τους πιάνουμε και τα δικαστήρια τους αφήνουν» λένε χαρακτηριστικά αστυνομικοί στις μεταξύ τους συζητήσεις.
Δύσκολη υπόθεση η διαχείριση του ζητήματος
Χωρίς καμία αμφιβολία, το θέμα των Ρομά είναι δύσκολο στην διαχείριση του. Η πολιτεία και το κράτος δεν έχει πάρει τα ανάλογα μέτρα για την ένταξή τους στην υπόλοιπη κοινωνία. Σίγουρα όμως το κράτος δεν είναι δυνατόν να ανέχεται την παραβατικότητα και την παρανομία.
Κάτι που σύμφωνα με ένα ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό πολιτών, κάνει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, προσπαθώντας να εξισορροπήσει καταστάσεις που όμως ίσως φέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Με την αστυνομία να μπαίνει έτσι και αλλιώς μπροστά σε κάθε περίπτωση…
(Δημοσιεύτηκε στον “Νεολόγο”).