Κι αν «καταργούνταν» τα Χριστούγεννα;

26.12.2020 / 16:41
xristougenniatika

Επιμέλεια: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΣ

Το 1939, ο Λιου Χαν, επικεφαλής του Retail Dry Goods Association, στις ΗΠΑ, επεσήμανε κάτι που τον ανησυχούσε: Εκείνη την χρονιά η Ημέρα των Ευχαριστιών θα έπεφτε στις 30 Νοεμβρίου, που ήταν και η τελευταία πιθανή ημερομηνία. Επειδή θεωρείται κακή αρχή να αγοράζει κάποιος Αμερικανός χριστουγεννιάτικα προϊόντα προτού περάσει η Ημέρα των Ευχαριστιών, εκτιμήθηκε ότι εκείνη την χρονιά η (χριστουγεννιάτικη) καταναλωτική περίοδος θα ήταν πολύ μικρή.

Ο ίδιος ανησυχούσε ότι οι καταναλωτές θα δαπανούσαν λιγότερο, επιβαρύνοντας μια ήδη αδύναμη οικονομία. Την ανησυχία του μετέφερε  στον υπουργό Εμπορίου, τον Χάρι Χόπκινς, που μίλησε με τον πρόεδρο Φράνκλιν Ρούσβελτ, ο οποίος απευθύνθηκε στη συνέχεια στον αμερικανικό λαό.

 Εξηγώντας ότι, καθώς η Ημέρα των Ευχαριστιών ήταν ομοσπονδιακή γιορτή, ήταν αρμοδιότητα του προέδρου να ορίσει την ημερομηνία εορτασμού της. Έτσι, επέλεξε ότι η Ημέρα των Ευχαριστιών να γιορταστεί στις 23 Νοεμβρίου.

Η απόφαση ήταν αμφιλεγόμενη. Για περίπου δύο χρόνια η μισή Αμερική (ΗΠΑ) γιόρταζε την Ημέρα των Ευχαριστιών με την παλαιά ημερομηνία και η άλλη μισή με τη νέα που υιοθέτησε ο Ρούσβελτ. Σε δύο πολιτείες έγιναν και οι δύο ημέρες αργίες.

Οι μακροοικονομικές συνέπειες

Όμως, όλα αυτά εγείρουν ένα εύλογο ερώτημα: Ποιες είναι οι μακροοικονομικές συνέπειες των Χριστουγέννων;

Η απάντηση εξαρτάται από τις πολιτικές πεποιθήσεις του καθενός. Οι συντηρητικοί πιστεύουν ότι τα Χριστούγεννα δεν έχουν μεγάλη επιρροή στην υγεία της οικονομίας. Αντιθέτως, οι φιλελεύθεροι πιστεύουν ότι τα Χριστούγεννα, από μακροοικονομικής άποψης, είναι ανεκτίμητα.

Ας υποθέσουμε ότι φέτος, (άνευ πανδημίας, εννοείται) οι ηγέτες της Δύσης ανακοίνωναν πως τα Χριστούγεννα θα έπρεπε εφεξής να είναι μία καθαρά θρησκευτική γιορτή, χωρίς δώρα και γλέντια. Εάν ο κόσμος σεβόταν αυτή τη διακήρυξη, τότε, μόνο στις ΗΠΑ, δεν θα υπήρχαν τον επόμενο Δεκέμβριο καταναλωτικές δαπάνες ύψους 75 έως 100 δισ. δολαρίων. Και μετά, τι;

Μία πιθανότητα είναι η οικονομία να τα κατάφερνε μια χαρά και χωρίς τα Χριστούγεννα. Αυτή είναι η κλασική άποψη της μακροοικονομίας. Τίποτα σημαντικό δεν θα άλλαζε με την κατάργηση των Χριστουγέννων. Θα διατηρούσαμε το ίδιο εργατικό δυναμικό, τις ίδιες δεξιότητες, τα ίδια εργοστάσια θα τους ίδιους σταθμούς παραγωγής ενέργειας, τον ίδιο χρηματοοικονομικό κλάδο και τα ίδια δίκτυα logistics.

Η ικανότητα της οικονομίας να παράγει αγαθά και υπηρεσίες δεν θα μειωνόταν και – μετά από μία περίοδο προσαρμογής, κατά τη διάρκεια της οποίας τα εργοστάσια στολιδιών θα επανεξοπλίζονταν και τα χριστουγεννιάτικα δέντρα θα ξαναφυτεύονταν – όλα θα ήταν μια χαρά.

Η παραγωγική δυναμική που απελευθερώνεται με την «εξαφάνιση» των Χριστουγέννων θα οδηγούνταν σε άλλες χρήσεις, ενώ οι τιμές θα μειώνονταν αρκετά για να μας δελεάσουν να καταναλώσουμε τα χρήματά μας κατά τη διάρκεια άλλων εποχών του χρόνου

Τι θα μπορούσε όμως, να αντικαταστήσει αυτές τις τεράστιες εποχικές καταναλωτικές δαπάνες; Τίποτα σημαντικό, αλλά η αντικατάσταση και πάλι θα γινόταν.

Μια μακροπρόθεσμη, ήπια, ώθηση στην ευημερία   

Πράγματι, η κατάργηση των Χριστουγέννων θα μπορούσε να δώσει ήπια ώθηση στην ευημερία μας μακροπρόθεσμα, καθώς το στρίμωγμα όλων αυτών των δαπανών σε τόσο λίγες εβδομάδες, δημιουργεί πιέσεις στα εργοστάσια και τις αλυσίδες προσφοράς. Η εξομάλυνση των δαπανών μας θα μπορούσε να αποδειχθεί αποτελεσματικότερη.

Η κλασική άποψη του πώς λειτουργεί η οικονομία είναι και η κλασική άποψη των Ρεπουμπλικάνων στις ΗΠΑ. Η άποψή τους είναι πως η ώθηση της οικονομίας μέσω δημοσίων δαπανών δεν αποδίδει. Εάν μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες, υποστηρίζουν, τότε η οικονομία θα προσαρμοστεί και ο ιδιωτικός τομέας θα πάρει την σκυτάλη.

Ο αντίλογος έρχεται από γνωστούς Αμερικανούς οικονομολόγους, υπέρμαχους της δημοσιονομικής ώθησης στην οικονομία, όπως ο Πολ Γκρούγκμαν, που σχολίασε κάποτε ότι ο πανικός για μία επίθεση εξωγήινων θα βοηθούσε την οικονομία επειδή θα ανάγκαζε την κυβέρνηση να αυξήσει και πάλι τις δημόσιες δαπάνες. Αφού δεν υπάρχουν εξωγήινοι, έχουμε τον Άγιο Βασίλη.

Η Κεϊνσιανή θεώρηση για το πώς λειτουργεί η οικονομία διαφέρει θεμελιωδώς από την κλασική άποψη: υποστηρίζει ότι η προσφορά δεν δημιουργεί αυτομάτως ζήτηση. Εάν καταργηθούν λοιπόν, τα Χριστούγεννα, (ή εάν μία χρηματοοικονομική κρίση καταρρακώσει την εμπιστοσύνη του κόσμου και εκμηδενίσει το διαθέσιμό εισόδημά τους), οι καταναλωτές θα δαπανούν λιγότερο. Σε αυτή την περίπτωση, η προσαρμογή των τιμών μπορεί να μην τους πείσει να αλλάξουν τρόπο σκέψης. Μπορεί μάλιστα να μην υπάρξουν προσαρμογές τιμών.

 Εάν εξαφανίζονταν οι χριστουγεννιάτικες δαπάνες, μπορεί να περνούσαν πολλά χρόνια μέχρι να καλύψει το κενό η οικονομία. Αυτά τα εργοστάσια θα εξακολουθούσαν να υπάρχουν και οι εργαζόμενοι θα παρέμεναν διαθέσιμοι – αλλά θα βρίσκονταν σε αδράνεια.

Ποιος έχει, λοιπόν, δίκιο; Και στις δύο περιπτώσεις, δίνεται πολύ μεγάλη προσοχή στο φαίνεσθαι και ελάχιστη σε αυτό που πραγματικά χρειάζεται ο αποδέκτης (των δαπανών ή του δώρου)..

Αυτό όμως, είναι κάτι που θα αποφασίσει το πνεύμα των μελλοντικών (και χωρίς την πανδημία) Χριστουγέννων.

Ακολουθήστε το dete.gr στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Google News απο τον υπολογιστή αλλά και από την εφαρμογή Google News του κινητού σας.

Σχετικά Άρθρα

ροή ειδήσεων

πρωτοσέλιδα