Ένα έγκληµα πάθους, µεταξύ δύο ανδρών συγκλονίζει την Πάτρα του 1900.
Στο φύλλο της Παρασκευής 7 Ιανουαρίου εκείνης της χρονιάς ο «Νεολόγος» των Πατρών κυκλοφορεί µε τίτλο: «Ο προχθεσινός φόνος – Είκοσι και οκτώ µαχαιριές – Ολόκληρον σώµα µεταβαλλόµενον εις κόσκινο» και προσθέτει: «Οι λόγοι κάπως µυστηριώδεις».
Τι αναφέρει ο συντάκτης
«Είναι πρωτάκουστος εις τα κοινωνικά χρονικά, ο τραυµατισµός όστις έλαβε χώραν προχθές το απόγευµα, ολίγον έξω των Πατρών, µέσα ακριβώς εις το Συχενέϊκο ποτάµι και πλησίον του κτήµατος Μαυριοπούλου. Είκοσι και οκτώ µαχαιριές καταφερόµεναι καθ’ ολοκλήρου του σώµατος ενός ανθρώπου είνε βεβαίως κάτι τι τόσω σπάνιον όσω και τροµακτικόν, προδίδει δε ή κακούργα ένστικτα πρώτης τάξεως εκ µέρους του δράστου, ή πάλην απεγωνµένην µεταξύ αυτού του παθόντος, εις ην εξηναγκάσθη ίσως να καταφέρη τοσούτον ακόρεστον το όπλον του εναντίον του αντιπάλου.»
Ο τρόμος του γιατρού
Ο συντάκτης του «Νεολόγου» των Πατρών περιγράφει στο ρεπορτάζ το πώς βρέθηκε ο τραυµατίας, αλλά και την έκπληξη του γιατρού που τον εξέτασε επί τόπου και του προσέφερε τις πρώτες βοήθειες:
«Προχθές το απόγευµα περί την 6ην ώραν δύο χωρικοί εργαζόµενοι εις την κτηµατικήν περιφέρειαν Αυγιάς, επιστρέφοντες εις την πόλιν είδον παρά το κτήµα Μαυριοπούλου µέσα εις τον ποταµόν Μείλιχον ένα άνθρωπο τετραυµατισµένον και οιµώζοντα. Οι χωρικοί δεν ηδυνήθησαν ν’ αποσπάσωσι παρ’ αυτού ουδέ λέξιν, ελθόντες δε εις την πόλιν έσπευσαν και ειδοποίησαν τον αστυνόµον κ. Μπονάτσον. Ο κ. Μπονάτσος τότε παραλαβών και τον ιατρόν κ. Θάλλην µετέβη εις το υποδειχθέν µέρος, ευρήκε δε τον τραυµατίαν εις την εξωτερικήν θύραν της επαύλεως Μαυριοπούλου εις οικτράν κατάστασιν.
Αµέσως ο κ. Θάλλης επελήφθη του επιστηµονικού έργου του, αλλ’ η έκπληξις του υπήρξεν ανέκφραστος όταν επεχείρησε ν’ αριθµήσει τα τραύµατα και δεν εύρισκεν τέλος. Είκοσι οκτώ τραύµατα διά µαχαίρας έφερεν εν όλω ο άθλιος εκείνος, δεν υπήρχε δε µέρος του σώµατός του εις το οποίον να µη έχει ανοιχθή και πληγή».
Ο συντάκτης του κειµένου στέκεται σε µια λεπτοµέρεια της υπόθεσης, η οποία ίσως να αποτελεί το «κλειδί» του κινήτρου της επίθεσης. Στο γεγονός ότι: «Ιδίως τα περισσότερα τραύµατα είχον συγκεντρωθή – αρµόζει ίσως η λέξις – πέριξ και άνωθεν της κύστεως…», δηλαδή στη χώρα των γεννητικών οργάνων του θύµατος.
Η μοιραία συνάντηση
Όπως γράφει ο συντάκτης του «Νεολόγου» των Πατρών ο τραυµατίας µεταφέρθηκε µε κάρο στο νοσοκοµείο, όπου οι γιατροί του περιποιήθηκαν τα τραύµατα του παθόντος, οι αστυνοµικοί τον ανέκριναν και έµαθαν τα εξής:
«Ο τραυµατισθείς ονοµάζεται Αντώνιος Καβ. ειργάζετο ως καφεπώλης εις την Ζαχάρων της Ολυµπίας. Πατρίς του είνε το χωρίον Σταυρός της Ιθάκης, αναχωρήσας δε εκ Ζαχάρως προχθές ο τραυµατίας µετέβαινεν εις την πατρίδα του. Εις το τραίνον του Πύργου επεβιβάσθη προχθές την πρωίαν έφθασε δε ενταύθα την µεσηµβρίαν περίπου. Αλλά κατά το ταξείδιον του εγνωρίσθη µετά τινός νέου Θεοδώρου ονόµατι, µε την συνήθη δε ευκολίαν της γνωριµίας των συνταξειδιωτών εγνωρίσθησαν και µέχρι Πατρών ήλθον συνοµιλούντες και συνδεόµενοι ολοένα. Όταν εξήλθον του τραίνου εις τον σταθµόν απεφάσισαν να γευµατίσουν οµού µετέβησαν δε εις τι µαγειρείον ευρισκόµενον εις το στενόν του Γάτση, όπου και εγευµάτισαν και έπιαν αρκετά, περί την 2αν δε µ.µ. ανεχώρησαν εκείθεν.»
Η επίθεση
Από εδώ και πέρα, όπως σηµειώνει ο συντάκτης του «Νεολόγου» των Πατρών της εποχής, η υπόθεση αρχίζει να συσκοτίζεται. Οι δύο νεαροί προφανώς είχαν πιεί αρκετά και τότε ο δράστης πρότεινε να κάνουν έναν περίπατο για να δουν τις εξοχές της πόλης.
«Και εξήθλον όντως εις περίπατον. Όταν δε έφθασαν εις τον τόπο του κακουργήµατος, ο τραυµατισθείς Καβ., ως ισχυρίζεται, απεχωρίσθη λόγω ανάγκης, επιστρέφων δε υπέστη απρόοπτον και ορµητικήν την επίθεσιν του φίλου του, όστις µε το µαχαίρι εις την χείρα ήρχισε να τον πλήσση ανηλεώς – τη βοηθεία και τινός γέροντος – δια να του πάρουν τα χρήµατά του».
Τα ερωτήματα
Ο συντάκτης του «Νεολόγου» των Πατρών αµφισβητεί την κατάθεση του θύµατος, αναφορικά µε το κίνητρο της επίθεσης, γράφοντας τα εξής:
«Όπως βλέπετε, η κατάθεσις του παθόντος είνε εν πολλοίς αδικαιολόγητος και απίστευτος, αφίνει δε να εννοηθή ότι κάτι τι αµαρτωλότερον και βδελυρώτερον ίσως της ληστείας, θα ήτο η αφορµή του τραυµατισµού του. Προ πάντος, κατά την οµολογίαν αυτού του ίδιου, ο δράστης είναι παιδί µόλις 17 – 18 ετών, ονόµατι ως είποµεν Θεόδωρος και ενδυµασίας απλουστάτης, φορών µίαν λευκήν φανέλλαν, πανταλόνι δρίλλινο και ένα κούκον εις την κεφαλήν (σ.σ. το καπέλο τραγιάσκα)».
Ο δηµοσιογράφος αµφισβητεί ότι υπήρξε συνεργός στην επίθεση του δράστη, καθώς όπως αναφέρει: «Με το παιδί λοιπόν αυτό ο παθών εγνωρίσθη εις το τραίνον µακράν πολύ µακράν των Πατρών, µέχρι δε του τραυµατισµού του ήσαν αχώριστοι, ώστε το παιδί δεν είχε ούτε τον καιρόν, ούτε τον τρόπον να ειδοποιήση τον γέροντα άγωνστον να ευρευθή εις το εξοχικόν µέρος δια να εκτελέσωσιν οµού τον φόνον και του πάρουν του ταρυµατισθέντος τα χρήµατα», ενώ λίγο πιο κάτω σηµειώνει µε νόηµα πως: «ούτε πάλιν είνε πιστευτόν ότι ο τραυµατισθείς, ώριµος ανήρ, ήτο δυνατόν ν’ αποπλανηθή και παρασυρθή τοτούτον ευκόλως από ένα παιδί». Και τονίζει: «Φαίνεται λοιπόν πιθανώτατον ότι ο τραυµατισµός αυτός δεν είνε καθόλου άσχετος προς βδελυρούς λόγους και ότι ο αποπειραθείς αποπλάνησιν δεν είνε ο δράστης, αλλ’ ο τραυµατισθείς».
Πήρε την αλήθεια στον τάφο του
Πάντως, το θύµα της επίθεσης πήρε το µυστικό στον τάφο του, καθώς λίγες ώρες µετά υπέκυψε στα τραύµατά του. Μάλιστα, πριν πεθάνει «είπεν τα δακτυλία του να τα στείλη δια τινός εδώ συµπατριώτου του µεσίτου ει την εν Ιθάκη σύζυγό του, από την οποίαν ζητεί συγχώρησιν».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Νεολόγος*