Δέκα μερόνυχτα πριν την εκλογική αναμέτρηση της 25ης Ιουνίου, το σκηνικό που επικρατεί στην κοινωνία της Πάτρας και της ευρύτερης περιοχής παραπέμπει σε πολίτες που τελούν υπό καθεστώς πολιτικής «νιρβάνας».
Πριν βιαστούμε να ρίξουμε το ανάθεμα στον μέχρι χθες κυρίαρχο και υποψιασμένο… λαό(!!!), καλό είναι να αναρωτηθούμε τι έφερε τα πράγματα έως εδώ και τι προκάλεσε στον μέσο πολίτη αυτή την άρνηση, που τον οδήγησε όχι μόνο να μην ασχολείται ενεργά με τα κοινά αλλά και να μην θέλει ν’ αναλύσει τα δεδομένα, κάνοντας σημαία του τον ωφελιμισμό.
Διαχρονικά, όποτε τα κινήματα έκαναν την λεγόμενη ιστορική «κοιλιά», τότε η δημοκρατία από πολίτευμα όπου η εξουσία η οποία «πηγάζει» από τον λαό και «ασκείται» από αυτόν υπηρετώντας τα συμφέροντά του, μετατράπηκε σε δημοκρατία του καναπέ και δημοκρατία των δημοσκοπήσεων. Από αυτό τα τελευταία χρόνια δεν ξέφυγε το μεγάλο «χωριό» της Πάτρας και κανένα κομμάτι της Δυτικής Ελλάδας.
Στο ερώτημα κατά πόσο μας προέκυψε τυχαία και με παρθενογένεση, ένα «ΔΕ ΝΟΜΙΖΩ», δεν είναι αρκετό. Η αξιόπιστη απάντηση κρύβεται στην «ούγια» των πραγματικών προθέσεων και διαθέσεων από τις οποίες διέπονται επί σειρά ετών οι κομματικές ηγεσίες –κατά πλειοψηφία– και οι μηχανισμοί αυτών, που ως ο διάβολος που… φοράει Prada και παραπλανεί το κοινό, οδήγησαν τη βάση τους σε ακύρωση, αδράνεια, παροπλισμό και στο τέλος σε αχρηστία.
Εν ολίγοις κανείς από αυτούς που σήμερα δυσφορούν για τον κοινωνικό ωχαδελφισμό δεν είναι αθώος του αίματος, πόσο μάλλον όταν έχει κάνει τα πάντα για να έχει οργανώσεις, σφραγίδα και μέλη χωρίς κριτική σκέψη, τα οποία παραμένουν αριθμοί σε χαρτιά.
Όσο τα κόμματα και οι ηγεσίες τους, φοβούμενες τη δυναμική των μελών και της κοινωνίας περιχαρακώνονται και χρησιμοποιούν κάθε μέθοδο και τεχνική για να τους ευνουχίσουν πολιτικά, τόσο όταν έρχεται η ώρα του ταμείου θα εισπράττουν ότι έσπειραν.
Γι’ αυτό μέχρι ν’ αλλάξουν μυαλά και ρότα, κανένας από την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών αρχηγών και τα επιτελεία τους δεν νομιμοποιείται να βγάζει «γλώσσα» και να ασκεί κριτική στους πολίτες. Όλοι τους ξέρουν καλά, πως φοβούμενοι μήπως αυξηθεί η επιρροή των μελών τους και της κοινωνίας, επέλεξαν το ευκολότερο γι’ αυτούς. Να τα θέσουν υπό οργανωτικό και πολιτικό περιορισμό.
Άλλωστε στην εποχή της μετά-δημοκρατίας και του ψηφιακού καπιταλισμού, στην περίπτωσή τους ταιριάζει γάντι το «Άλλοι σπέρνουν και θερίζουν και άλλοι τρων και μακαρίζουν…»