Δυτική Ελλάδα: «Συγκρατούν» τις τιμές στις λαϊκές

25.06.2022 / 9:00
laiki

Παρά το κύμα ακρίβειας, οι τοπικοί παραγωγοί, απορροφούν όσο μπορούν τις αυξήσεις .

ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ Π.ΚΟΛΛΙΟΠΟΥΛΟΥ

antrekoll@hotmail.com

Παρά το κύμα ακρίβειας που έχει μπει στις ζωές και παρά τα όσα λέγονται για την άνοδο των τιμών στα φρούτα, στα λαχανικά και γενικότερα στα οπωροκηπευτικά, οι τιμές παραμένουν σε ένα σταθερή επίπεδο, σε σύγκριση με πέρυσι, έχοντας μια μικρή αυξητική τάση που αφορά κυρίως συγκεκριμένα είδη.

Μια βόλτα στις λαϊκές αγορές, αλλά και στα μανάβικα της πόλης θα μπορούσε εύκολα να πείσει τον καθένα. Στις λαϊκές αγορές αυτό που έχουν παρατηρήσει οι νοικοκυρές που ψάχνουν και το λεπτό στις τιμές των προϊόντων για να επιλέξουν εκείνη που τους συμφέρει, είναι ότι ορισμένα είδη, βρίσκονται τιμολογιακά όχι μόνο στο ίδιο επίπεδο με τις περσινές, αλλά έχουν και μία μικρή μείωση.

Πατάτες για παράδειγμα με 40 και 50 λεπτά το κιλό, μαρούλια, ντομάτες και σέλινο που αν έχουν σημειώσει μία αύξηση αυτή δεν θα ξεπερνάει τα 5 ή τα 10 λεπτά και γενικότερα τιμές που αντιστέκονται στο κύμα ακρίβειας που υπάρχει γύρω μας. Υπάρχουν όμως αυξήσεις σε άλλα είδη που φτάνουν το 20%.

Τα τοπικά προϊόντα

Τι είναι αυτό που κάνει τη διαφορά; Σύμφωνα με τον πρόεδρο των παραγωγών των λαϊκών αγορών της Πάτρας Αλέκο Θανόπουλο, ο βασικός παράγοντας που καθορίζει τις τιμές των φρούτων και των οπωροκηπευτικών έχει να κάνει με το που παράγονται. «Τα είδη που παράγονται στην Αχαΐα και στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Ελλάδος δεν έχουν αυξήσεις,  παρά το γεγονός ότι το κόστος παραγωγής έχει ανέβει σε μεγάλο βαθμό.

Οι τοπικοί παραγωγοί όμως βλέποντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει μια οικογένεια, αλλά και την πτώση που υπάρχει στην κίνηση των λαϊκών αγορών έχουν επιλέξει να απορροφήσουν τις όποιες αυξήσεις στο βαθμό που αυτό είναι δυνατόν, γνωρίζοντας βέβαια ότι αυτό θα τους φέρει σε ακόμα πιο δεινή θέση και θα τους οδηγήσει στην επόμενη σοδιά στο να αποφύγουν να καλλιεργήσουν τη γη τους».

Ποια έχουν αυξηθεί

Οι αυξημένες τιμές αφορούν τα είδη που δεν παράγονται στην Αχαΐα και έρχονται στους πάγκους των λαϊκών από μεσάζοντες, είδη όπως για παράδειγμα το ροδάκινο, το νεκταρίνι, το βερίκοκο (παράγονται κυρίως στην Βόρεια Ελλάδα), οι μπανάνες (κυρίως στην Κρήτη). «Έχετε δει κάποια αύξηση στα καρπούζι ή στα πεπόνια που καλλιεργούνται στην περιοχή μας; Δεν νομίζω» τονίζει ο κ. Θανόπουλος και συνεχίζει λέγοντας: «Το καλύτερο παράδειγμα που θα μπορούσα να σας αναφέρω πάνω στο θέμα είναι τα κεράσια. Τα κεράσια του Άνω Καστριτσίου είναι πολύ φθηνότερα από αυτά που έρχονται από άλλα μέρη της επικράτειας».

Το μεταφορικό κόστος

Οι αυξήσεις αυτές, σύμφωνα την άποψη που έχει η πλειοψηφία των παραγωγών, είναι θεμιτές και έχει να κάνει με το μεταφορικό κόστος. «Όταν η βενζίνη και το πετρέλαιο για τα φορτηγά που μεταφέρουν αυτά τα είδη έχουν εκτοξευτεί στα 2,50 ευρώ το λίτρο, είναι λογικό να αυξηθούν και τα προϊόντα που έρχονται» τονίζει ο κ. Θανόπουλος.

Όμως όπως ισχυρίζεται ακόμα και σε αυτή την περίπτωση ένα μέρος των αυξήσεων αυτών απορροφάτε από τους μεσάζοντες και τους εμπόρους, χωρίς όπως σημειώνει να «μπαίνουν μέσα», απλά να μειώνουν τα κέρδη τους, ένεκα των καταστάσεων. Το μεγαλύτερο κόστος από αυτή την κατάσταση, σύμφωνα πάντα με τον κ. Θανόπουλο, το πληρώνουν οι αγρότες παραγωγοί.

Οι τιμές στα οπωροπωλεία

Το φράγμα που φαίνεται ότι έχει μπει από παραγωγούς, από μεσάζοντες και από εμπόρους στο θέμα των φρούτων και των οπωρολαχανικών – αναλογικά πάντα με το οικονομικό περιβάλλον και τη δεδομένη ακρίβεια, ισχύει και για τα οπωροπωλεία. Οι τιμές, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου, Ανδρέα Στελλάτο (ιδιοκτήτη του «Marconi») , είναι σταθερές και στα καταστήματα που εμπορεύονται φρούτα, λαχανικά και κηπευτικά.

«Τα όσα λέγονται για αυξήσεις στα φρούτα και στα οπωροκηπευτικά δεν ισχύουν και δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια» τονίζει και συνεχίζει λέγοντας: «Οι πιο τσιμπημένες τιμές αφορούν ορισμένα είδη που έχουν να κάνουν με την εποχή τους και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί συνέπεια των ανατιμήσεων ή της ακρίβειας που ζούμε, αφού είναι ένα φαινόμενο που συμβαίνει κάθε χρόνο και δεν γίνεται μόνο φέτος».

Ο νόμος της αγοράς και της ζήτησης

Ο κ. Στελλάτος εξηγεί. «Όταν ένα φρούτο είναι στην πρώιμη φάση της εποχής του, έχει συνήθως πιο υψηλές τιμές, αφού υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση. Αργότερα όταν περνάει ο καιρός και βγαίνει από την εποχή του και η ζήτηση πέφτει, πέφτει και η τιμή του. Είναι ένας βασικός κανόνας της αγοράς που ισχύει και σε κάθε εμπορική δραστηριότητα».

Οι τιμές και στα μανάβικα είναι οπότε σταθερές, όχι μόνο επειδή οι οπωροπώλες απορροφούν τις ανατιμήσεις, αλλά γιατί το ίδιο κάνουν και όλοι οι επαγγελματίες που συμμετέχουν στην διαδικασία που προηγείται για να βρεθεί ένα φρούτο στο καφάσι του καταστήματος της γειτονιάς μας. 

Βραχνάς ρεύμα και καύσιμα

Παρόλα αυτά η ακρίβεια ισχύει για τα μανάβικα σε ότι αφορά τα έξοδα τους. Το κόστος του ρεύματος για μία τέτοια κατεξοχήν ενεργοβόρα επιχείρηση έχει φτάσει στο «κόκκινο» με τη ρήτρα αναπροσαρμογής και όλες αυτές τις χρεώσεις που βλέπει κανείς σε έναν λογαριασμό.

Ο κ. Στελλάτος ήταν ο πρώτος – ίσως σε όλη την Ελλάδα – που προχώρησε στην κατάθεση ασφαλιστικών μέτρων όταν είδε τον λογαριασμό που χτύπησε την πόρτα της επιχείρησης του. Όμως επιπλέον έξοδα για ένα οπωροπωλείο που αναγκαστικά πρέπει να κάνει διανομή σε καταστήματα εστίασης και νοικοκυριά προκύπτουν και μέσα από την αύξηση των καυσίμων κίνησης.

«Το μεγαλύτερο ποσοστό όλων αυτών των επιπλέον εξόδων απορροφάτε από τις επιχειρήσεις μας. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να γίνει κάτι διαφορετικό αφού η εκτόξευση για παράδειγμα του ρεύματος θα ήταν αδύνατον να καλυφθεί από τις ανατιμήσεις των ειδών μας, όσο μεγάλες και να ήταν οι αυξήσεις που θα κάναμε» καταλήγει ο κ. Στελλάτος.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Νεολόγος” των Πατρών

Ακολουθήστε το dete.gr στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Google News απο τον υπολογιστή αλλά και από την εφαρμογή Google News του κινητού σας.

Σχετικά Άρθρα

ροή ειδήσεων

πρωτοσέλιδα